Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2011

Καβάφης VS South Park

Και γεννιόμαστε Έλληνες και μεγαλώνουμε με μύθους και ηρωικά ιδεώδη και ακούμε κι άλλα κι άλλα κι άλλα πολλά, και τα πιστεύουμε. Απόγονοι του Αχιλλέα αλλά και του Κολοκοτρώνη, του Περικλή και του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, αν έχει και αναφορές στους προαιώνιους εχθρούς ακόμα καλύτερα, Βασίλειος Βουλγαροκτόνος ή Νικηταράς ο Τουρκοφάγος. Είμαστε όλοι από όλους, από λίγο.. Αλλά αν υπάρχει ένας ήρωας που ταυτίζεται με την καπατσοσύνη και την ικανότητα της επιβίωσης του Έλληνα, αυτός είναι o Οδυσσέας. Το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής, εξυπνάδας, πονηριάς, το πρότυπο..

Και εννοείται ότι είμαστε υπερήφανοι γι'αυτόν.. Κι εγώ είμαι. Και φυσικά ένα εκ των πλέον δημοφιλών ποιημάτων των Νεοελλήνων έχει γραφτεί γι'αυτόν. Και το παίρνουμε, το κάνουμε σημαία και την βγάζουμε και παρέλαση. Η Ιθάκη. Για ρωτήστε γύρω σας..
“Σαν βγεις στον πηγαινό για την Ιθάκη, να εύχεσαι να ' ναι μακρύς ο δρόμος..”. Και πάμε παρακάτω.. Τι λέει παρακάτω; Αγνοείται η τύχη του ποιήματος. Κάτη λέει για κάποιους που συνάντησε ο Οδυσσέας, τους.. και τους Κύκλωπες, με το Κύκλωπες έρχονται αμέσως και οι Λαιστρυγόνες. Κάτη κάπου έκαναν αυτοί, τι και πώς, έχει περάσει καιρός.. Και μετά κάτη άλλο λέει, και μετά λέει και για τα “ηδονικά μυρωδικά, ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής”, αμφιβάλλω αν έχει υπάρξει ελληνική τάξη την τελευταία τριακονταετία που να μην έχει κρυφογελάσει, γιατί κάπου έχει διαρρεύσει το κουτσομπολιό για την ιδιαιτερότητα του ποιητή.. Αλλά τα ηδονικά μυρωδικά στη μνήμη, απαραίτητο μέρος του ταξιδιού και για μας, μη μας πουν και μαλάκες.. Και μετά φτάνει και ο ήρωας στην Ιθάκη, δεν περιμένει πλούτη από εκεί, το ταξίδι είναι το δώρο του νησιού, το ταξίδι μετράει και όχι ο προορισμός, και λοιπά ευκόλως ανακυκλώσιμα ως δικαιολογίες κλισέ.. Και όλοι νομίζουν ότι το έχουν το νόημα, και ότι το βιώνουν το συγκεκριμένο ταξίδι καθημερινά, γιατί, ως Έλληνες, είμαστε διαφορετικοί στα όρια του χαρακτηρισμού “εκλεκτοί”. Και μπορεί κάποιος να το σιγοψιθυρίζει ο “εκλεκτός”, πηγαίνοντας στο περίπτερο να πάρει τσιγάρα. (“Ζητούμε συγγνώμη και την κατανόησή σας για το γεγονός ότι το πλήρωμα δε μιλάει ελληνικά.” (!!!!!!!!) - Ανακοίνωση των τσέχικων αερογραμμών στη διάρκεια της χτεσινής πτήσης)
Δικαίωμά του.

Φυσικά το μίνι παραλήρημα με πιάνει κι εμένα. Φουσκωμένα μυαλά από εκδηλώσεις αδικαιολόγητες, από αγάπη φυσικά, από άτομα που δε με ξέρουν και τόσο καλά αλλά είχα ανάγκη να πιστέψω ότι βλέπουν κάτη που οι μακροχρόνια κοντινοί δεν έβλεπαν γιατί είχαν νικηθεί από τη δύναμη της συνήθειας. Πιπίλισμα αυτιών, χρόνια και χρόνια, αναγωγή σε μύθους και αδυναμία συμβιβασμού με την πραγματικότητα.

Και φτάνω ένα βράδυ στο γραφείο της Anita, πιάνουμε την κουβέντα, και κάπου εκεί, θαμμένο χρόνια, με τσιμέντο από πάνω, μην τυχόν γίνει και καμιά στραβή και πεταχτεί, ξύπνησε..

Τέταρτος κύκλος South Park, επεισόδιο 12, Timmy in time. Το πρώτο επεισόδιο που τα παιδιά είναι 4η δημοτικού, μπαίνουν μέσα, βλέπουν την καινούρια δασκάλα, την κυρία Choksondik (το αφήνω αμετάφραστο), η οποία είναι αλλήθωρη, με τεράστια πεσμένα στήθη χωρίς στηθόδεσμο να τα συγκρατεί, απόλυτη και απρόσιτη, και τα παιδιά επαναστατούν και θέλουν να πάνε πίσω στο χρόνο, να ξαναζήσουν την τρίτη δημοτικού, που είχαν περάσει τόσο καλά, και οι σχέσεις είναι τεταμένες, οπότε αναγκάζεται η δασκάλα να απευθυνθεί στο μόνο που μπορεί να τη βοηθήσει, στον Mr Garrison, τον προηγούμενο δάσκαλο, ο οποίος έχει πάρει τα βουνά επί μήνες, έχει γίνει ερημίτης και κάποιοι ορκίζονται ότι τον ακούν, βραδιές με ξαστεριά να ουρλιάζει σα λύκος “δεν είμαι gay, δεν είμαι gay!”. Και ανεβαίνει η δασκάλα το βουνό, πείθει τον πρώην δάσκαλο να τη βοηθήσει να βελτιώσει τη σχέση της με τα παιδιά ώστε να μπορέσει να συνεχίσει το μάθημά της, και, αφού περνάει ορισμένα δύσκολα τεστ, πρέπει να αντιμετωπίσει την υπέρτατη πρόκληση, “το δέντρο των εσωτερικών δαιμόνων”, το περνάει, ανακαλύπτοντας ότι δεν κρύβεται τίποτα μέσα και επομένως μπορεί από μόνη της να βρει τον τρόπο να επικοινωνήσει με τα παιδιά.. Και βγαίνει από την άλλη πλευρά. Ελεύθερη και ανακουφισμένη. Ο Mr Garrison, που έμεινε στην είσοδο, περιμένοντας ότι η “μαθήτριά του” από εκεί θα έβγαινε, λόγω της καθυστέρησής της, αποφασίζει να μπει αυτός.. Και εκείνη τη στιγμή, η είσοδος κλείνει πίσω του και τον υποχρεώνει να ανακαλύψει και να αντιμετωπίσει το χειρότερο φόβο του.. Την gay πλευρά του.. Μετά απο συζήτηση, και ατράνταχτα επιχειρήματα της άλλης πλευράς, αναγκάζεται να πει, να παραδεχτεί, να ομολογήσει, να ξεθάψει, και να συμφιλιωθεί επιτέλους με το γεγονός ότι είναι gay..

Ανάλογα εξελίχθηκαν τα πράγματα και με μένα. Ανάλογα είπαμε, όχι φωτοτυπικά ταυτόσημα. Χεχε.. Δεν έχω gay πλευρά, μπορούν να σας το επιβεβαιώσουν οι λετονές που πέρασαν από το κρεβάτι μου, σαν τα πουκάμισα τις άλλαζα (ώπα ώπα φιλαράκι, αφού εσύ δε φοράς πουκάμισα, άντε 2-3 φορές, μη μας το παίζεις καζανόβας..). Τελοσπάντων, πίσω στο θέμα μας, πάνω σε εκείνη τη συζήτηση με την Anita, σε σχέση με το μέλλον του project, στην ερώτηση “τι θες πιο πολύ;”, η απάντηση ήταν.. “Θέλω να τελειώσω τη σχολή”. Έξω από οτιδήποτε είχε συζητηθεί, το πλαίσιο της κουβέντας, δειλά είπα.. “Θέλω να τελειώσω τη σχολή”. Σιγά. Και μου άρεσε η απάντησή μου. Και την επανέλαβα , “Θέλω να τελειώσω τη σχολή”, δεν ξέρω αν ακούστηκε, ή αν την είπα μόνο σε μένα, μου ακούστηκε αρκετά δυνατά όμως, τόσο δυνατά που μου έδωσε θάρρος να την επαναλάβω, σίγουρος, δυνατά, ενώπιον του ατόμου – μαμής, που κατάφερε να την εκμαιεύσει.. “Θέλω να τελειώσω τη σχολή”.

Χρόνια και χρόνια, το μήνυμα της παραπάνω φράσης – κλειδί το ξέρω, το επιδιώκω νοερά, και ειλικρινά ακούω με κατανόηση και με διάθεση απεριόριστης ειλικρίνειας όλους όσους μου το έλεγαν. Αλλά απλά δεν μπορούσα να το συνειδητοποιήσω, να το κάνω βίωμά μου.. Αν δεν ήταν η πρώτη προτεραιότητά μου, κανείς δε θα μπορούσε να τη θέσει ως τέτοια σε μένα..

Και τότε θυμήθηκα.. Ότι αμέσως μετά το “Σαν βγεις στον πηγαινό για την Ιθάκη να εύχεσαι να είναι μακρύς ο δρόμος", ακολουθεί το “γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις” και ότι οι Λαιστρυγόνες και οι Κύκλωπες είναι, αφενός οι εχθροί της προσπάθειας του μυθολογικού Οδυσσέα να επιστρέψει, αφετέρου, κατά τον ποιητή, είναι εμπόδια της φαντασίας μας, που μόνο αν εμείς τους επιτρέψουμε να παρουσιαστούν μπροστά μας θα τα συναντήσουμε, και μάλιστα το πόσο τρομερά ή όχι εμπόδια θα αποδειχτούν, μάλλον από εμάς τους ίδιους εξαρτάται και αυτό..

Όόόόόόόόόχι.. Δεν τελειώνουμε εδώ.. Γιατί τι ωραία είναι να λες “ε μωρέέέέ, δικά μου είναι τα εμπόδια, πού θα πάει, θα τα πηδήξω.”.. Αλλά δε φτάνει αυτό.. Όπως ευκρινώς φάνηκε και στην προηγούμενη ανάρτηση, η ελάχιστη παραδοχή αποτυχίας αποτελεί τη βάση για την ολοκλήρωση της συνειδητοποίησης. Δεν υπάρχει άλλοθι αποτυχίας, ούτε καν ψήγμα της, στο καβαφικό ποίημα.. Όπου κι αν πας, ό,τι κι αν λες, ωπ, συγγνώμη, break για videoclip. Ό,τι κι αν λέει ο οποιοσδήποτε, οποιαδήποτε απόπειρα χρησιμοποίησης του ποιήματος ως δικαιολογίας για αποτυχία οποιασδήποτε μορφής είναι αστήρικτη και αβάσιμη (πολύ μου αρέσουν αυτές οι απολυτότητές μου στην υπερβολή τους).

Υπάρχει άλλο καβαφικό ποίημα που μιλάει για όλα αυτά..

Είπες· «Θα πάγω σ' άλλη γή, θα πάγω σ' άλλη θάλασσα,
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή.
Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή·
κ' είν' η καρδιά μου -- σαν νεκρός -- θαμένη.
Ο νους μου ως πότε μες στον μαρασμό αυτόν θα μένει.
 

'Oπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω
ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,
που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα».

Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ' ασπρίζεις.
Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού -- μη ελπίζεις --
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη την μικρή, σ' όλην την γή την χάλασες."

Γι'αυτό έφυγα, μακρυά, για “καλύτερα από το εδώ”. Φοβούμενος να αντιμετωπίσω τους εχθρούς που με εμποδίζουν να πάω παραπάνω, και κινούμαι οριζόντια και παράλληλα, όχι κάθετα.. Η σχολή και το γ#$οπτυχίο. Αυτό είναι που με κυνηγάει, με στοιχειώνει και κάνει τη γη μικρότερη και μικρότερη μέχρι τη στιγμή που η ηλεκτρική σκούπα που ρουφάει τα πάντα να μην έχει αφήσει τίποτα ανέπαφο, μόνο εμένα, ένα στιλό, ένα έδρανο και τη σχολή με τα θέματά της. Και θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που έχω χρόνο να προσπαθήσω να βρω και να πατήσω το κουμπάκι που σβήνει αυτή την σκούπα, πριν αφανίσει τα πάντα γύρω μου, πριν τα αφήσει έρημα και λευκά, λευκό του κενού, όχι λευκό του χιονιού..
Και γυρίζω – γύρισα.. Να κάνω την προσπάθειά μου, κι ό,τι βγει..

Ό,τι προηγήθηκε, όσο απλό, μελό, γελοίο, επιτηδευμένο ή ειλικρινές φάνηκε, είναι η εξήγηση της επιστροφής μου.

ΥΓ. Την παρούσα ανάρτηση θα ήθελα να την αφιερώσω με τις ευχαριστίες μου στην οικογένειά μου (δεν την ψώνισα τόσο πολύ, μου ζήτησε ο Λάνθιμος να ετοιμάσω την ομιλία του μετά την απονομή). Ίσως η αφιέρωση έπρεπε να είχε γίνει πιο νωρίς, αλλά νομίζω το κρατούσα για μια ειδικού βάρους ανάρτηση, σαν κι αυτή.. Στους γονείς μου λοιπόν, που πάντα με στήριξαν, όποια απόφαση κι αν πήρα, και πάντα προσπαθούσαν να με κρατήσουν συγκροτημένο, συγκρατημένο και προσγειωμένο. Αν δεν τα κατάφεραν πάντα, μικρό παιδί είμαι, θα μάθω.. Και είναι και φιλόλογοι και μου έδωσαν το θάρρος να ακροβατώ μεταξύ ποιήσεως, μυθολογίας και καρτούν(ο βαθμός επιτυχίας ή όχι του εγχειρήματος δεν τους βαραίνει πάντως..). Στον αδελφό μου, που είναι ταυτόχρονα ο πιο μποέμ και πιο ρεαλιστής άνθρωπος που ξέρω. Και στην αδελφή μου, για την οποία είμαι πολύ περήφανος που ρισκάρει και τολμάει πράγματα που στην ηλικία της δεν μπορούσα καν να φανταστώ.
ΥΓ1. Εδώ και λίγες ώρες είμαι σπίτι, στην Πάτρα. Το blog θα συνεχιστεί, ίσως με μικρή διαφοροποίηση της οπτικής γωνίας.
ΥΓ2. Τι έκανε η δασκάλα με τα παιδιά, ίσως το αποκαλύψω μια μέρα – για όσους δεν έχετε δει το επεισόδιο.. Στο φινάλε του επεισοδίου πάντως, ο Mr Garrison επιστρέφει στο σχολείο, βρίσκει τη διευθύντρια, τον ψυχολόγο και το μάγειρα και τους ανακοινώνει ότι παραδέχεται την αληθινή φύση του. Και όλοι χαίρονται και τον αγκαλιάζουν. Όταν όμως λέει “και είμαι έτοιμος να ξαναδιδάξω”, η απάντηση είναι “συγγνώμη, δεν προσλαμβάνουμε gay”. Αντίστοιχα αν πω στη νομική “ξέρω μωρό μου πως για σένα αδιαφορούσα, πως μακρυά σου έφυγα και άλλα αναζητούσα, τυχαία όμως βρέθηκα πικρά μετανιωμένος κι απ'το θεό της μοναξιάς καλά κυνηγημένος, καθώς γυρίζει ο τροχός κοντά σου ήρθα πάλι, στην αγκαλιά σου βρέθηκε και μ'επιασε μια ζάλη, και σαν την πρώτη τη φορά ξανά σε ερωτεύτηκα και την καινούρια μου ζωή μαζί σου ονειρεύτηκα”(Στέλλα Γεωργιάδου - χαμός είχε γίνει όταν είχε έρθει στη βραδιά του οπλίτη στην Τρίπολη..), θέλω να ελπίζω ότι θα το εκτιμήσει και θα με βοηθήσει μέσω αυτής να φύγω οριστικά μακρυά της, και όχι να μου χαμογελάσει και να (παρα)μείνει σε απόσταση..


Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

Άνοιξη


Αν η παρούσα ανάρτηση ήταν επεισόδιο του Lost (που ξεκίνησα να το βλέπω εδώ, με 5-6 χρόνια καθυστέρηση από τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά το τελείωσα με λίγους μήνες μόνο διαφορά), κατά πάσα πιθανότητα θα ήταν το τελευταίο του 3ου κύκλου, εκεί που o Jack και η Kate συναντιούνται για πρώτη φορά στο ..... (ας το αφήσω έτσι, στην περίπτωση που κάποιος δεν έχει φτάσει εκεί ακόμα).

Εεεεεεεε.. Λοιπόν..
Το τραγουδάκι πάει κάπως έτσι..

Κάποιες μέρες κυλάνε
κάποιες γυρνάνε ξανά και ξανά
κάποιες φεύγουν και πάνε
και γι' αυτές δεν θυμάσαι τίποτα πια

Κάποιες λες τα 'χω χάσει
κι άλλες λες πως μιαν άκρη θα βρουν
μα όταν πια έχουν περάσει
μια αράχνη τις γνέφει μαζί στον ιστό

Κι είναι μέρες που φέρνουν στον κόσμο την άνοιξη
και μέσα μου σβήνει ο φόβος και η άρνηση
θέλω έξω να τρέξω να χαθώ να πιστέψω
μια λάμψη με οδηγεί
κάποιες μέρες που φέρνουν στον κόσμο την άνοιξη
και μέσα μου σβήνει ο φόβος και η άρνηση
πάλι έξω θα τρέξω θα λυγίσω θα αντέξω
μια λάμψη θα μ' οδηγεί

Κάποιες μέρες τυχαίνουν που όλοι σωπαίνουν
και δεν σου εξηγούν
Κάποιες όλο πλησιάζουν μα σχέδια αλλάζουν
και δεν λένε να 'ρθούν
κι άλλες στέλνουν σημάδια
για να βγεις σ' ένα δρόμο ανοιχτό
που μέσα από τα σκοτάδια οδηγεί σε κάποιον χαμένο παράδεισο

Κι είναι ημέρες που φέρνουν στον κόσμο την άνοιξη
και μέσα μου σβήνει ο φόβος και η άρνηση θέλω έξω να τρέξω να χαθώ να πιστέψω
μια λάμψη με οδηγεί
κάποιες μέρες που φέρνουν στον κόσμο την άνοιξη
και μέσα μου σβήνει ο φόβος και η άρνηση
πάλι έξω θα τρέξω θα λυγίσω θα αντέξω μια λάμψη θα μ' οδηγεί

Κι όλο στέλνουν σημάδια
για να βγεις σ' έναν δρόμο ανοιχτό
που μέσα από τα σκοτάδια
οδηγεί σε κάποιον χαμένο παράδεισο

Κι είναι ημέρες που φέρνουν στον κόσμο την άνοιξη
και μέσα μου σβήνει ο φόβος και η άρνηση θέλω έξω να τρέξω να χαθώ να πιστέψω
μια λάμψη με οδηγεί κάποιες μέρες πού φέρνουν στον κόσμο την άνοιξη και μέσα μου σβήνει ο φόβος και η άρνηση
πάλι έξω θα τρέξω θα λυγίσω θα αντέξω μια λάμψη θα μ' οδηγεί

(Κάποιες μέρες - (μουσική - στίχοι- ερμηνεία) Μανώλης Φάμελλος, συμμετέχει ο Νίκος Πορτοκάλογλου)



Άνοιξη στη Λετονία.. δε θα δω. Άνοιξη στη Λετονία, είδα τη μέρα στην οποία αναφερόμαι. Στο παρελθόν, σε σχέση με σήμερα, αλλά στο μέλλον, σε σχέση με το σημείο αφήγησης. Ένα μήνα πριν, εκεί, κάπου μέσα Δεκέμβρη, η απόφαση ελήφθη, ανακοινώθηκε, έγινε αποδεκτή.. “Φεύγω”. Για μια σειρά από λόγους, ίσως τους εξηγήσω σε επόμενη ανάρτηση. Δεν ήταν εύκολη απόφαση. Το άνοιγμα της (λετονικής) πόρτας, το σύνορο μεταξύ της ζεστασιάς και του -15C, της σιγουριάς, έστω για τους επόμενους μήνες, και του”βγαίνω έξω(=γυρίζω πίσω)”, στη μέρα που “φέρνει σημάδια”, που βοηθάει να “σβήσει μέσα μου ο φόβος κι η άρνηση”, όσο ρίσκο αναπότρεπτα εμπεριέχει η (μικρή έστω) ανατροπή δεδομένων. Αρκεί το “να χαθώ να πιστέψω”. (;)
Είναι μέρες που φέρνουν στον κόσμο (και μέσα μας) την άνοιξη.”
Ε λοιπόν, τέτοια μέρα ήταν κι εκείνη..


Αλλά κάτη έλειπε..
Έλειπε η παραδοχή ότι ό,τι με τραβάει πίσω είναι ισχυρότερο από τη δύναμη του εδώ. Η Σταυρούλα είχε βοηθήσει, κάνοντας την αρχή, κάνοντας προβολή μέρους του τι με τραβάει πίσω. Έπρεπε κι εγώ να κάνω την αυτοκριτική μου, ότι το διάλειμμα τελείωσε, το κουδούνι χτύπησε για επιστροφή στην καθημερινότητα, ή όπως πολύ απλά περιγράφει το γνωστό περί κολάσεως ανέκδοτο “τα κεφάλια μέσα”.

Εκείνη τη μέρα, έλαβα ένα mail, απάντηση σε δικό μου. Και ήταν ό,τι χρειαζόμουν, όχι για να ανοίξω την πόρτα και να κάνω δειλά βηματάκια έξω, αλλά για να την κλείσω πίσω μου, μια και καλή, και να πετάξω μακρυά το κλειδί..

Οι κοινωνικές μου συναναστροφές με τη συντάκτρια του mail δεν είναι τέτοιες που να μου επιτρέπουν να την προσφωνώ “φίλη μου”. Αλλά είναι ένας άνθρωπος που ξέρω καιρό, εκτιμώ και συμπαθώ πολύ, και, αν και είναι πολυάσχολη και το εύρος δραστηριοτήτων της μεγάλο, σχεδόν θαυμάζω τη σοφία της απλότητάς της (ή μήπως την απλότητα της σοφίας της; χμμμ.. δύσκολη ερώτηση). Και την ευχαριστώ, πρώτα και κύρια για το mail και το περιεχόμενό του και φυσικά για το γεγονός ότι με άφησε να το χρησιμοποιήσω (κομμάτια του mail λείπουν, δεν έχουν σχέση με την παρούσα ανάρτηση).

Αντρέα!
Τι φανταστικά που μου έγραψες! Χαίρομαι πάρα πολύ που μαθαίνω νέα σου και το μέιλ σου είναι το πιο γλυκό και συγκινητικό μέιλ που έχω λάβει στη (..). 
Η ιστορία που μου περιγράφεις μου θυμίζει πολύ τη δική μου ιστορία με τη ..(εγώ το παρατράβηξα βλέπεις..). Και εγώ τότε ήθελα απλά να φύγω (είχα και τη δική σου ηλικία τότε), πήγα, έφαγα τα μούτρα μου, χαίρομαι που γύρισα σώα και έμαθα τόσα πολλά. Και ακριβώς αυτό είναι το γαμάτο, να παίρνεις αυτό που έχει να σου δώσει η κάθε κατάσταση (όποια και αν είναι) και να προχωράς. Και είναι επίσης γαμάτο να λες «έφαγα τα μούτρα μου» χωρίς φόβο και πάθος. Πολύ καλή και η απόφαση να «κλείσεις» τους λογαριασμούς σου, θα σε γλιτώσει πιστεύω από πολλές μετέπειτα σκέψεις και ανησυχίες.
Εγώ είμαι καλά, περνάω μια δημιουργική περίοδο με καινούργια πράγματα στη ζωή μου και αυτό με κάνει πολύ χαρούμενη. Και ένας λόγος για τον οποίο χαίρομαι είναι αυτό ακριβώς που αναφέρεις για το «μαζί». Φοβερό, χτες το βράδυ το σκεφτόμουν, ότι είναι πολύ ωραία που σε κάτι καινούργιο που πάω να κάνω, με βοηθάνε φίλοι, ό,τι ξέρει ο καθένας, και αυτό είναι κάτι που είχα καιρό να το ζήσω, να δημιουργώ με άλλους ανθρώπους..
Λοιπόν, σε περιμένω για ποτάκι στη γειτονιά ;-) 
Στο μεταξύ σου στέλνω πολλά φιλιά στην κρύα Λετονία.”

Αυτό ήταν.. Ήμουν έτοιμος.



  
 


Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

M.K.1






Η ανάρτηση που ακολουθεί περιέχει λεξιλόγιο που δε θα πρέπει να διαβαστεί από όλους (έχουμε καλές σχολές ξένων γλωσσών στην Πάτρα, το βλέπετε κι από τη μετάφραση..)

“Έχω μια αδελφή, κουκλίτσα αληθινή /
τη λένε Βόρειο Ήπειρο, την αγαπώ πολύ..”

Έτσι ξεκινούσε μια ανάρτηση, λίγο καιρό πριν.. Βασικά, όπως είχα γράψει και τότε, αφορμή για το κείμενο ήταν ο τίτλος. Με το που κατέληξα σε αυτόν ήθελα να γράψω για ένα φίλο, ξεκίνησα λοιπόν “έχω ένα φίλο”, και μετά μου ήρθε το τραγουδάκι και μετά η ιστορία με τη Μακεδονία και το στρατό, όχι ότι υπήρχε περίπτωση στις τόσες σελίδες, στις τόσες παραγράφους, να μην υπήρχε έστω μία ιστορία από τη στρατιωτική μου θητεία..

Έχω ένα φίλο καλό, τι καλό.. κολλητό! Έχω ένα φίλο λοιπόν, κολλητό, σχεδόν αδελφό, από την 1η γυμνασίου, μαζί μεγαλώσαμε, στο ίδιο οικοδομικό τετράγωνο τα σπίτια μας (όχι, για να μην πάει το μυαλό σας σε σενάριο Ξανθόπουλου, δεν παίζαμε από το πρωί μέχρι το βράδυ στην αλάνα, ούτε γυρίζαμε με σκισμένα γόνατα και τη χαρά της προσμονής του παιχνιδιού της επόμενης μέρας..). Όχι ότι δεν παίξαμε, κάθε άλλο.. Αλλά όχι σαν σενάριο ταινίας. Μαζί σε χαρές, λύπες κλπ.. Το παλικάρι είναι πανέξυπνο, με ευφυΐα απεριόριστη.. Αλλά τρώει κάτη κολλήματα ώρες ώρες.. Ε.. Και η αλήθεια είναι ότι ο τίτλος, άσχετα από το ότι σημαίνει κάτη, έτσι κι αλλιώς, μπήκε επίτηδες για να τον ψαρώσει, να τον κάνει να αρχίσει τα κηρύγματα “μα καλά ρε Αντρέα, κλπ κλπ..” (που δε μιλάει έτσι, αλλά αυτό το ύφος το έχει). Αλλά, επίσης αλήθεια είναι ότι δεν έχει αντιδράσει, το πιο πιθανό είναι ότι δεν το έχει δει ήδη, αλλά σίγουρα δεν έχει ψαρώσει.. Ε.. Αυτό..

Μετά τη μεγάλη εισαγωγή, ώρα να σας πω και για κάποιους από τους καλύτερους και πιο πιστούς μου φίλους εδώ στο Gulbene. Η παρέα που θα σας πω είναι μεγάλη, αποτελείται από διάφορους χαρακτήρες που μπαινοβγαίνουν, ο στενός πυρήνας, αυτοί που προσμένω και ελπίζω σε κάθε συνάντηση να είναι εκεί, είναι 4. Συγκεκριμένα. Να είναι περισσότεροι δε με πειράζει, να είναι και οι 4, χωρίς απώλειες, τουλάχιστον στην αρχή, κι ας είναι και όποιος άλλος θέλει γύρω γύρω..

Stan, Kenny, Kyle, Eric

O Stan, o Kyle, o Eric (προσφωνείται συχνότερα με το επίθετό του, Cartman), και ο Kenny, αποτελούν μοναδική συντροφιά, τρομερή χαλάρωση και πρότυπο συμπεριφοράς (μερικές φορές).
Ζουν σε μια μικρή πόλη , κι αυτοί, και αν δεν έχετε ακόμα καταλάβει για τι μιλάμε, το όνομα της πόλης τους είναι ταυτόχρονα και το όνομα της σειράς στην οποία πρωταγωνιστούν. South Park.

Τα παιδιά είναι μικρά, πάνε 3η δημοτικού (στους πρώτους κύκλους της σειράς, μετά πάνε στην τετάρτη, όπου εξακολουθούν να τρώνε καρπαζιές από τους μεγαλύτερους, αλλά τουλάχιστον τώρα μπορούν να ρίχνουν με τη σειρά τους φάπες στα τριτάκια). Εννοείται μόνο για ενήλικο κοινό, βρίζουν ασύστολα, με έντονες σεξιστικές, ομοφοβικές και αντισημιτικές εξάρσεις, αλλά με στοχευμένο χιούμορ (εκτός από μια περίοδο που το είχαν ρίξει εντελώς στην παρωδία ταινιών/σειρών εκπομπών) και καίρια μηνύματα, ανοιχτά στο βαθμό της πρόσληψής τους από τον καθένα.

O Stan, τυπικό παιδί τυπικής μεσοαστικής μάλλον liberal οικογένειας, είναι ο (πιο) πρωταγωνιστής. Καλό παιδί, σοβαρό, έχει και κοπέλα μέχρι που χωρίζουν, δεν καταλαβαίνει γιατί (why does she break up? I didn't do anything to her! I haven't spoken her for days!) απλά του συμβαίνουν διάφορα, σε αυτόν και στην οικογένεια του. Ο πατέρας του, συχνά παλίμπαις, η μητέρα αρκετά σοβαρή, τα ονόματα και των 2 είναι τα πραγματικά ονόματα των γονιών ενός εκ των 2 δημιουργών της σειράς. Ο Stan έχει και μια αδελφή, τη Shelley, η οποία γενικά δεν έχει και τις καλύτερες διαθέσεις απέναντί του και απέναντι στους φίλους του.

Ο Kyle, μικρό εβραιόπουλο, alter ego του, επίσης εβραϊκής καταγωγής, ετέρου δημιουργού, είναι συνήθως η φωνή της πολιτικής ορθότητας. Ευγενικός κατά τα λοιπά, άσπονδος φίλος με τον Eric (βλέπε παρακάτω..), οι κατηγορίες που ανταλλάζουν είναι πολύ συγκεκριμένες.. Ο μπαμπάς Kyle δικηγόρος, με μεγαλούτσικη οικονομική επιφάνεια, η μαμά ό,τι πιο κοντινό σε ελληνίδα μάνα και ένας μικρός αδελφός, ο Ιke, που έχει ένα κεφάλι χωρισμένο στα 2 – οριζοντίως, στην πορεία όμως αποδεικνύεται ότι οφείλεται στην καταγωγή του, οπότε δικαιολογείται.. Τα έθιμα, η σβούρα, οι πρόσκοποι, το Χάνουκα και λοιπές εβραϊκές παραδόσεις εμφανίζονται, όχι πάντα με την καλύτερη οπτική..

Συνδυασμός των παραπάνω πρωταγωνιστών εμφανίζεται στις καταπληκτικές ατάκες – σήματα κατατεθέντα της σειράς (Stan)Oh my god, they killed Kenny!”, (Kyle)”You Bastards!”, αλλά και στα διδάγματα που προκύπτουν στο τέλος κάθε επεισοδίου “well, I guess we all learned something today”, τα οποία διατυπώνονται εναλλάξ από τα παιδιά κάθε φορά.

O Eric, συχνά αποκαλείται μόνο με το επώνυμό του(Cartman) είναι το ευτραφές πανούργο, παιδάκι, που συχνά τραγουδάει αλλά ακόμα πιο συχνά ψάχνει τρόπο για να συγκεντρώσει λεφτά ή εξουσία ή έστω να πάρει τη δόξα(στο επεισόδιο που ταξίδεψε πίσω μόνο και μόνο να δει την υπογραφή της διακήρυξης της ανεξαρτησίας-των Η.Π.Α., και απλά “saved the day”). Τελείως αντί-ήρωας, ρατσιστής, πεισματάρης, υστερόβουλος, εγωιστής, κακομαθημένος από τη μαμά του,μια ήσυχη γυναικούλα που έχει πάει με όλη την πόλη, πατέρας δεν υπάρχει (μέχρι τη στιγμή που αποκαλύπτεται ότι..), μισεί φανατικά τον Kyle, αλλά παράλληλα τον έχει ανάγκη, με ποιον θα τσακώνεται;

Το τι λέει το στόμα του είνα απερίγραπτο.. Η κλασική βρισιά για τον Kyle είναι f^%#ing Jew, για να λάβει την απάντηση “Shut up you fat ass” για ν'απαντήσει “I'm not fat. I'm big-boned.”. Αλλά και ατάκες που γράφουν ιστορία “respect my authoritah!”, Mr Garrison (ο δάσκαλος) “Who was in charge of the feminist movement of the early '60's?” Eric: “A bunch of fat old skanks on their periods.”, “Screw you guys, i'm going home”, “How 'bout we sing, 'Kyle's Mom is a stupid bitch' in D Minor?”, “Ι'll kick u in the nuts” και άλλες πολλές..

O Kenny, τέλος, είναι ο φτωχός της παρέας. Κρυμμένος πίσω από την πορτοκαλί κουκούλα, δε γίνεται πάντα αντιληπτό το τι λέει (εξαιρετικό εύρημα, αφού είναι ο πιο “προχωρημένος” από όλους και οι απαντήσεις του δε φτάνουν πάντα στο κοινό αλλά μένουν εντός παρέας (πχ ο ορισμός του “fingerbang”). O Kenny, στους πρώτους κύκλους της σειράς πεθαίνει σε κάθε επεισόδιο, με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Γιατί; Όπως λένε οι δημιουργοί “Γιατί είνα φτωχός!”. Το γιορτάζει όταν βγάζει ζωντανός το πρώτο χριστουγεννιάτικο επεισόδιο, κι ας αναρωτιούνται όλοι τι λείπει. Στο τέλος του 5ου κύκλου, ο Kenny πεθαίνει. Α.. Ο Kenny είναι ξανθός.. H οικογένεια του είναι φτωχή, την παράσταση κλέβει πάντα η μητέρα του που φοράει συνέχεια ένα μπλουζάκι “I'm with stupid” με ένα βελάκι που αλλάζει φορά κάθε φορά, ανάλογα με το αν ο πατέρας Kenny είναι δεξιά ή αριστερά της.

Άπειροι άλλοι χαρακτήρες εμφανίζονται.. Εκτός από τους γονείς, εμφανίζεται ο Χριστός, διάφορα είδη εξωγήινων, πολλές διασημότητες(το 95% των οποίων σατυρίζεται ανηλεώς), ο Άγιος Βασίλης, ο Mr Hunkey (η χριστουγεννιάτικη κουράδα), και βεβαίως ο chef, o Mr Garrison, ο δάσκαλος, και οι λοιποί συμμαθητές, οι έχοντες κινητικές δυσκολίες Jimmy (ο κωμικός) και Timmy (θυμηθείτε αυτό το όνομα..), ο Clyde, o Craig (κύριος ανταγωνιστής της τετράδας), ο εθισμένος Τwee, εννοείται ο Butters, ειδικά μετά το θάνατο του Kenny, το alter ego του, o Professor Chaos, ο Tokken (το μοναδικό αφροαμερικανάκι, και πιο πλούσιο παιδί της τάξης) και οι εξωσχολικοί χαρακτήρες (επιπλέον), ο Jimbo και ο Ned, ο κινέζος ιδιοκτήτης του City Wok (ή Shitty Wok), o Σατανάς, ο “Πετσέτας”, ο Τέρενς και ο Φίλιπ.. Αφήνω 2 απ'έξω, θα δείτε γιατί..

Και ομολογώ, έχω επηρεαστεί, λέω πολλές από τις παραπάνω ατάκες στην καθημερινότητά μου, ακόμα και σε ακατάλληλες στιγμές, ακόμα πχ κι όταν παίζω με παιδιά, αν κάτη δε μου βγαίνει και χάνω, λέω “god damn it!” κι αν είμαι σε καλή διάθεση λέω “god damn it!” για να συμπληρώσω με βαριά φωνή “I HEARD THY..”. Αλλά εκεί που ξεπέρασα το όριο και κατάλαβα τον εθισμό μου στη συγκεκριμένη σειρά ήταν όταν, ένα σαββατιάτικο απόγευμα, δέχθηκα την πολύ απλή ερώτηση “πώς ήταν η μέρα σου;”. Κι έτυχε εκείνη την ημέρα να είχαμε εδώ μια συνάντηση για ένα καινούριο πρόγραμμα τελοσπάντων που σκοπεύαμε να αρχίσουμε και η απάντηση μου ήταν “έίχε έρθει μια old slut για ένα καινούριο project”..

Ε, μετά από αυτό περιόρισα τα επεισόδια/ημέρα, αλλιώς θα είχα τελειώσει όλους τους κύκλους πολύ νωρίτερα..

Γενικά πάντως το Gulbene, ειδικά τώρα που χειμώνιασε, μοιάζει όλο και περισσότερο με το South Park. Χιόνι, παιδάκια που κάνουν βόλτα με τα έλκηθρα.. Αλλά και άλλο ένα σημείο που μοίαζουν πολύ, είναι ότι έχουν και οι 2 αυτές μικρές πόλεις, γυναίκα δήμαρχο. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά και οι κυρίες μοιάζουν καταπληκτικά! (ποτέ δεν ήμουν καλός στο “το μωράκι μοιάζει στα μάτια με τον μπαμπά και στο τούτο του με τη μαμά..”) Ιδού, αν δε με πιστεύετε:
Δήμαρχος Gulbene

Δήμαρχος South Park

Άφησα για το τέλος την αγαπημένη μου ατάκα.. Ο Μr Mackey είναι ο σχολικός σύμβουλος/ψυχολόγος. Και πρέπει να είναι καλός στη δουλειά του.. Αλλά.. Κάθε του φράση, τελειώνει με την ιδιόρρυθμη εκφορά του Ο.Κ., που ακούγεται κάπως σαν ΜΜΜ.Κay.. (Ίσως και εκεί να οφείλεται το όνομα του..). Τελοσπάντων.. Τόσο καιρό, ένα κανονικό ΟΚ δεν έχω πει, και με ανθρώπους να ενοχλούνται, νομίζοντας ότι ειρωνεύομαι. Αλλά δεν ισχύει.. Μ.Κ.;;;;;;;

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

Ο δάσκαλος

Από τα πράγματα που προβλέπονται στο πρόγραμμα να κάνω στο Gulbene και την ευρύτερη περιοχή του, αυτό που με ευχαριστεί και το επιζητώ με την ίδια πάντα λαχτάρα και αγωνία της πρώτης φοράς, είναι η επίσκεψη σε σχολεία για συζητήσεις με τα παιδιά και παρουσιάσεις αυτών που ξέρω να κάνω καλύτερα.

Κύριο αντικείμενο του προγράμματός μου, δεν ξέρω αν το έχω αναφέρει αυτό, είναι, στο τέλος, με τη συλλογή εμπειριών όλων αυτών των μηνών, να φτιάξω ένα βιβλίο με παιχνίδια, ομαδικά παιχνίδια, που εμπεριέχουν σωματική δραστηριότητα, τα λεγόμενα energizers, αλλά και άλλα που προωθούν μυαλό και σκέψη για την επίτευξη στόχων, και μετάβασης από θέμα σε θέμα, όταν μιλάμε για πολύπλευρες παρουσιάσεις. Ναι.. Ξαναδιαβάζω ό,τι μόλις έγραψα, δεν ξέρω αν πολυβγάζει νόημα, είμαι σίγουρος πως δεν μπορώ να το πω καλύτερα..

Τα σχολεία είναι ο κατ'εξοχήν τόπος όπου μπορώ να κάνω τις παρουσιάσεις μου και στη διάρκεια των οποίων όχι μόνο να ασχοληθούμε και με το κυρίως μέρος του project, δηλαδή τα γκρουποπαίχνιδα, αλλά ταυτόχρονα να κρίνω και να συγκρίνω αντιδράσεις των συμμετεχόντων στα παιχνίδια και το επίπεδο αποδοχής του καθενός (παιχνιδιού) και της χαράς και διασκέδασης που προσφέρει. Έχω πολλά, μαζεμένα, το θέμα είναι στο τέλος, στο βιβλίο, να γραφτούν γύρω στα 15 μάξιμουμ, τα καλύτερα..

Το target group μου είναι, όπως έχει ήδη γραφτεί, οι έφηβοι 16-18. Τα μάτια τους έχουν δει πολλούς καθηγητές να περνούν από μπροστά τους και να τους μιλάνε για ό,τι ο μαθητικός νους 60 χρόνια πριν δεν μπορούσε να συλλάβει.. Αλλά, ως γνωστόν, αν ο ανθρώπινος νους δε συνειδητοποιήσει τη χαρά του καινούριου κι εκείνη τη στιγμή δεν προσλάβει τη νέα γνώση με ενθουσιασμό, επέρχεται κορεσμός, που οδηγεί στην ανάγκη για καινούριες παραστάσεις, πιο εντυπωσιακές και πιο ακραίες.. Παράδειγμα οι σκηνές βίας σε ταινίες και σειρές. Ένα χαστούκι ή ένας πυροβολισμός είναι κάτη πολύ σκληρό, αλλά οι άπειρες παρόμοιες σκηνές που έχουν περάσει από τα μάτια μας μάς απαγορεύουν, ή έστω μας δυσκολεύουν να καταλάβουμε τη σκληρότητά τους. Για να υπάρξει αντίδραση εκ μέρους του θεατή, απαιτείται κάτη ή εξαιρετικά φρέσκο ή κάτη προκλητικό, που χτυπάει απευθείας αλλού, ηθική ή συναισθήματα, π.χ. (για το εξαιρετικά πρωτοποριακά βίαιο δεν έχω κάτη, νομίζω το saw τα έχει εξαντλήσει όλα) , ή ένα χαστούκι σε ένα νεογέννητο..

Όλα τα παραπάνω δεν ξέρω πόσο κολλάνε στο θέμα, απλά τα έγραψα για να δείξω πόσο δύσκολο και απαιτητικό ήταν και είναι το κοινό μου. Έχω περάσει από σχολεία στο Gulbene, sto Lejasciems και στη Ranka, 12η, 11η, 10η τάξη(οι αντίστοιχες 3η, 2α και 1η Λυκείου), από επαγγελματικό λύκειο και από τάξη γερμανικών στο λετονικό ΟΑΕΔ. Κι επειδή έχω μάθει στην πορεία ότι οι Λετονοί είναι αρκετά ευγενικοί αλλά περισσότερο ευθείς, μπορώ να πω ότι οι αντιδράσεις τους ήταν σε συμφωνία με την άποψή τους για το “μάθημά” μου, αρκετά θετικές έως , σε κάποιες λίγες περιπτώσεις, πολύ θερμές.

Τη Δευτέρα, για πρώτη και ίσως τελευταία φορά, θα πάω σε σχολείο με δύο δεδομένα εντελώς διαφορετικά: πρώτον, δε θα πάω για 1 ή 2 το πολύ διδακτικές ώρες, αλλά για ένα 5ωρο (εντάξει, το παραδέχομαι, είπα ψέματα.. δε θα είναι η τελευταία φορά, την Τρίτη θα πάω για ένα 6ωρο, φουλ..) και το δεύτερο είναι ότι θα πάω σε πολλές διαφορετικές τάξεις, κύριο χαρακτηριστικό των οποίων είναι.. ότι είναι όλες τάξεις δημοτικού.. Όποιος είπε “καλό κουράγιο!” έχει την αμέριστη και απεριόριστη συμπάθειά μου από τούδε και στο διηνεκές (και στο βεληνεκές – συγγνώμη, η φώκια πήρε τη μπάλα με τη λέξη..).

Η πρώτη φορά θα μείνει αξέχαστη. Ήταν νωρίς (στη σχολική χρονιά). Απέναντι από το σχολείο που κάνω μαθήματα γλώσσας. Πήγα με τη Lana, αυτή είχε κάνει τα κανονίσματα, η καθηγήτρια δε μιλούσε λετονικά. Μπαίνοντας μου έδειξε μια αίθουσα και με ρώτησε αν με βόλευε. Μια χαρά ήταν (λες και είχα ξαναδιδάξει ποτέ;). Πήγε να φωνάξει τα παιδιά. Από το παράθυρο έβλεπα τη Lana να απομακρύνεται. Ήθελα να φύγω. Έμεινα – εννοείται, αλλιώς δε θα'γραφα τώρα αυτό το ποστ. Άρχισαν να καταφθάνουν. Έκατσαν στις καρέκλες, μακρυά, πολύ μακρυά.. Τι να πω; Θα ακούσουν; Θα βγει φωνή; Τους ζήτησα να φέρουν τις καρέκλες κοντά, σχηματίζοντας κύκλο. Ήρθαν. “Labdien” (καλημέρα αλλά και γεια σας – πληθυντικός ευγενείας). Ομαδική απάντηση, Labdien. Σειρά μου να μιλήσω.. “Es esmu eeeee..” (είμαι ο.. εεεεε..) “Mani sauc Andreas.. (με λένε Αντρέα – το κόμπιασμα ήταν στημένο, ήθελα να δείξω ότι ήξερα και τους δύο τρόπους που λέμε το όνομά μας στα λετονικά), “Es esmu no Gri-e-ki-jaaaaas..” (είμαι από την Ελλάδα, το ς στο τέλος είναι ειδικός γραμματικός κανόνας, όταν συλλάβιζα το “Gri-e-ki-jaaaaas..” είχα σηκώσει λίγο το βλέμμα προς το ταβάνι και το χαμήλωνα σιγά σιγά κοιτώντας τους, ήθελα στήριξη, την είχα, το είδα στο χαμόγελό τους, χαμόγελο επιβράβευσης όταν άκουσαν το ς), “un ne runaju latviski” (και δε μιλάω λετονικά). Γέλιο. Τους άρεσε. Στη συνέχεια γνωριστήκαμε, μιλήσαμε, παίξαμε, ανεβήκαμε καρέκλες, ο μαθητής αγνοούσε επιτηδευμένα την καθηγήτρια και αυτή δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, ήταν μέρος του σχεδίου.. Και χτύπησε το κουδούνι, και δεν ήθελα να φύγω, ούτε να φύγουν τα παιδιά. Αλλά έπρεπε και μου έδωσαν σοκολάτες, και χειροκρότησαν, και είπαν και χαμογελαστά “thank u”. Και απάντησα, και είπα “όόόόόχι.. εγώ ευχαριστώ.. Γιατί όταν μπήκα εδώ μέσα έτρεμα, κι εσείς, πήρατε το άγχος από πάνω μου, ανοίξατε το παράθυρο, το πετάξατε έξω, και μετά κλείσατε καλά καλά..”. Χαμογέλασαν και αποχαιρέτησαν.

Η αλήθεια είναι ότι με τον καιρό έχω βαρεθεί λίγο, ιδίως από τη στιγμή που πηγαίνω σε τμήματα για δεύτερη φορά και βλέπω στα μάτια των παιδιών την αρχική λάμψη να έχει φύγει και να έχει αντικατασταθεί, εν μέρει από “α, ωραία, θα παίξουμε και θα χάσουμε μάθημα”, εν μέρει από “κάτη χρήσιμο θα διδαχτούμε, πού ξέρεις, ό,τι μας πει μπορεί κάπου να μας χρησιμεύσει” και εν μέρει, τέλος, από “χαρά στο κουράγιο σου, αδελφέ, που ήρθες από την Ελλάδα για να μας πεις αυτά”..

Αλλά εξακολουθεί να αποτελεί την αγαπημένη μου ασχολία, να το κυνηγάω όποτε μπορώ, να το επιλέγω όταν υπάρχει δίλημμα δραστηριοτήτων, και να έχω τσακωθεί μια φορά (η μεγαλύτερη διαφωνία/διαμάχη που ξέσπασε όσο ήμουν εδώ) που με έβαλαν να κάνω κάτη άλλο..

ΥΓ. Τις περισσότερες από τις ατάκες τις πρώτης φοράς τις επαναλαμβάνω συχνά, γι'αυτό και τις θυμάμαι.. ;-)

Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011

Με την Άννα στην Εσθονία


Πώς ξεκινάει ένα ταξίδι; Σύντομα θα διαβάσετε, όχι από μένα, αλλά μέσω εμού, έναν πολύ απλό και, όπως αποδείχτηκε, επαρκέστατο τρόπο να ξανανταμώσουν φίλοι και να περάσουν(=περάσουμε) και καλά. Και τότε, όλα άρχισαν με μια ερώτηση.

Και γράφω “και τότε”, γιατί με μια ερώτηση άρχισε και η παρακάτω ιστορία. “Τι θα κάνεις το Σαββατοκύριακο;”. Η Άννα είναι τύπος που κάνει πολλές ερωτήσεις. Τα κενά και οι γκρίζες ζώνες γενικά δεν είναι πολύ αποδεκτά στην ιδιοσυγκρασία της. Οι ερωτήσεις της όμως είναι, ή έτσι δείχνουν, μοναδικές. Δε θυμάμαι να με είχε ξαναρωτήσει κάτη τέτοιο, ούτε θυμάμαι να με ξαναρώτησε. Όπως και άλλη μια φορά έκανε μια πολύ απλή ερώτηση, μία και μοναδική φορά, που όμως με οδήγησε στη συνειδητοποίηση της εξάρτησης μου (μιας εκ των εξαρτήσεων μου). “Λέω να πάω στο Ταλίν”. “Θέλεις να το αφήσεις για το επόμενο Σ/Κ, να πάμε μαζί;”. Ένιωσα τυχερός- θα είχα παρέα.. Εννοείται πως ήθελα..

Και κανονίστηκε, της είχαν περισσέψει και μέρες άδειας, είχε το περιθώριο να έρθει στο Gulbene και να φεύγαμε από δω για Εσθονία. Όπως είναι προφανές, ο τίτλος θα μπορούσε να είναι “η επισκέπτρια”. Δεν είναι, λόγω αφενός της ύπαρξης έμπνευσης (το προφανώς να τονιστεί) για τον τίτλο, αφετέρου της εν συνεχεία συνέχισης εισροής επισκεπτών.

Η Άννα είναι από την Πολωνία. Γνωριστήκαμε σε ένα σεμινάριο. Και ναι, είχα επισκέπτες στο παρελθόν. Αλλά η Βαλέρια είχε έρθει για τη Maija και για μένα, και η Maija ήρθε στο Gulbene άλλες 2-3 φορές, δεν της φαινόταν ότι βρίσκεται στην άκρη της γης, όπως στους υπόλοιπους Λετονούς. Αλλά η Άννα, η Άννα ήρθε για μένα..

Μιλούσαμε πολύ έτσι κι αλλιώς, είχε αναλάβει μάλιστα, στην πραγματικότητα το είχε πάρει πολύ προσωπικά, να με προετοιμάσει, ψυχολογικά και υλικά, εν όψει κρύου. Προφανώς τα έχει καταφέρει, αφού όχι μόνο είμαι ακόμα καλά, σώος και αβλαβής, σε θερμοκρασίες στις οποίες δεν ήμουν συνηθισμένος ούτε εγώ, ούτε το σώμα μου, πχ -10(ανώτερη) εδώ και κάνα μήνα, με χαμηλότερη -28 και να έχω να δω + στο θερμόμετρο, έστω και για λίγο, έστω 0 ρε παιδιά, από μέσα Νοέμβρη, αλλά και δεν έχω αισθανθεί ακάλυπτος στο κρύο (μόνο 1-2 φορές που έκανα το λάθος να ξυριστώ..).
Η γνώμη της με ενδιαφέρει πολύ έτσι κι αλλιώς, ένας λόγος παραπάνω να την αποζητώ είναι ότι η Άννα είχε κάνει, λίγα χρόνια πριν, το ίδιο πρόγραμμα, και μάλιστα στη χώρα που αποτελούσε την πρώτη μου επιλογή, τη Βοσνία.

Στο Gulbene περάσαμε ωραία, βόλτες, φωτογραφίες, φαγητό στα καλύτερα εστιατόρια της πόλης, 2 είναι, το κυριλέ και το “σαλέ”, το δεύτερο απλά ένα ξύλινο κτίριο, ζεστό και ψηλά ακόμα και για τα δικά μου, ελληνικά – υψηλά – δεδομένα (αυτό πολύ φοβάμαι ότι κάπου, κάποτε το έχω ξαναγράψει, επανάληψη αρχή έλλειψης έμπνευσης ή επανάληψη μήτηρ πάσης σοφίας;) και είναι και καλύτερο, ταινίες, οι περίφημες κρέπες από τα χεράκια μου..
Αλλά και ώρες μαζί στο γραφείο, είχα ανάγκη κάποιον που ήξερε και μπορούσε να δει από πρώτο χέρι πώς έχει η κατάσταση και να κρίνει με βάση ανάλογες εμπειρίες και όχι γενικά από διαίσθηση και φαινομενικά αστήρικτη υποκειμενικότητα.

Με την Άννα, όσο ήμασταν ακόμα στο Gulbene, πήγαμε και σε σχολείο, για παρουσίαση, ήταν η εβδομάδα “διεθνούς πολιτισμού” ή κάτη τέτοιο.. Πήγαμε σε 2 τάξεις, για διαπολιτισμική συνδιαλλαγή. Στην αρχή πήγαμε στην 4η δημοτικού, την ενωμένη τετάρτη, αφού τα 2 τμήματα έγιναν 1. Εκεί κατά κάποιο τρόπο ένιωθα ότι έδινα εξετάσεις, αφού στο πρώτο πρώτο θρανίο, με το πανέξυπνο βλέμμα της, που προφανώς πήρε από τη μαμά της, καθόταν η Άννα, η μεγαλύτερη κόρη της Ieva. Η Inga, η φίλη μου η ηθοποιός προσφέρθηκε να είναι η ενδιάμεση, ανάμεσα σε μας και τα 10χρονα, οι ερωτήσεις των οποίων, όσο αθώες και αφελείς θα φαίνονταν αν τις έγραφα εδώ, ήταν πολύ ουσιαστικές για τα παιδιά, τα περισσότερα από τα οποία συμμετείχαν πολύ ενεργά και έδειξαν να το ευχαριστιούνται κιόλας. Πόσες φορές άλλωστε θα έχουν την ευκαιρία να έχουν στην τάξη τους έναν έλληνα και μια πολωνή; Και πόσες φορές επίσης (και συγγνώμη για το εγωιστικό του πράγματος, για μένα ήταν ακόμα σημαντικότερο..) θα μπορούσα να μιλήσω με τον απλούστερο δυνατό τρόπο, χωρίς περικοκλάδες και περιτυλίγματα εντυπωσιασμού, τη χώρα από την οποία έρχομαι, τις ομορφιές της και τα πράγματα που μου λείπουν; Στη συνέχεια πήγαμε και στην τάξη της Inga(με την Inga συμβαίνει και το εξής αξιοσημείωτο: έχει μια αδελφή, τη Justine, 2 χρόνια μεγαλύτερη, αλλά όταν κάποιος αναφέρεται στις αδελφές, λέει “η Inga και η αδελφή της..”), δευτέρα λυκείου, προφανώς όλοι χαίρονταν που μας είχαν για να φύγει και γρήγορα η ώρα και να χαθεί το μάθημα, λογικό σε τέτοιες ηλικίες (αλλά ένα ζορμπά τον χορέψαμε – κι εκεί..).

(Κάποια στιγμή ίσως γράψω και τι κάνω στις “τακτικές” παρουσιάσεις που κάνω στα σχολεία.)

Κεντρική Πλατεία


Παρασκευή πρωί, πρωί πρωί όμως, 7 παρά 10 έπρεπε να είμαστε στο σταθμό στην άλλη άκρη της πόλης, δηλαδή να φύγουμε 6 από το σπίτι, αφήσαμε πίσω μας το Gulbene για να πάμε στην πρωτεύουσα της βορειότερης εκ των βαλτικών χωρών.
12 φεύγαμε από Ρίγα, πριν τις 16.30 φτάναμε στο ηλιόλουστο (τυχεροί και σ' αυτό) Ταλίν. Τα προάστιά του έμοιζαν με σκανδιναβικής μεγαλούπολης, άλλωστε και οι ίδιοι οι Εσθονοί νιώθουν πολύ περισσότερο φύλο συγγενικό με τους Φινλανδούς (θυμίζω ότι φινλανδικά, ουγγρικά και η γλώσσα που μιλιέται στη χώρα των βάσκων δεν ανήκουν στις ινδοευρωπαϊκής προέλευσης γλώσσες), καμία σχέση με τους νότιους λετονούς και λιθουανούς, που τους έχουν λίγο στο δούλεμα, ότι είναι εκνευριστικά αργοί, στις κινήσεις και στη σκέψη (ανέκδοτο λετονικό: -Τι έγινε στην Αθήνα το καλοκαίρι του 2008; -Έφτασαν οι Εσθονοί για τους Ολυμπιακούς Αγώνες – 4 χρόνια μετά..).

Κακιούλες.. Καλώς ή κακώς πάντως, μάλλον κακώς, δεν έχω να πω πολλά για τους Εσθονούς.. Το hostel ήταν στο κέντρο της παλιάς πόλης, της μοναδικής που έχω πάει και δικαιούται το χαρακτηρισμό “κουκλίστικη”, στην τουριστική καρδιά του Ταλίν, οπότε.. Μικροπραγματευτάδες, σερβιτόροι και υπαίθριοι καλλιτέχνες, οι μόνες μας επαφές με αυτόχθονες. Το δωμάτιο ωραίο και ζεστό, οι καθρέφτες όλοι εφοδιασμένοι με καπέλα ή μουστάκια, για να ξεκινάει η μέρα με χαμόγελο, χαμόγελο που είχε μέχρι τ'αυτιά η Νατάλια, η κοπέλα από το πολωνικό ζευγάρι που ήταν οι συγκάτοικοί μας, εφόσον, βρήκε τα πάντα πολύ φτηνά, κι έκανε τις καλύτερες δυνατές συμφωνίες, με το μικρότερο δυνατόν κόστος, λεωφορεία, φαγητό, μέχρι και supermarket. Από εδώ βγήκε η ατάκα της εκδρομής “this is too expensive, Natalya would find it cheaper..”.

Φαρμακείο
Ταξιδιωτικές ιστορίες δεν ξέρω να γράφω, την επιείκεια σας ζητώ.. Έχουμε και λέμε:
Η παλιά πόλη έχει την ιδιαιτερότητα , ίσως και την τύχη, να περικλείεται ολόκληρη από τείχος, που σώζεται, με τις κατάλληλες αναστηλώσεις, σε πολύ καλή κατάσταση. Υπάρχει δηλαδή ένα ορατό σύνορο που διαχωρίζει την παλιά από τη νέα πόλη, σε αντίθεση π.χ. Με τη Ρίγα που κοιτάς δεξιά, κοιτάς αριστερά, δεν περνάνε αυτοκίνητα, περνάς και τσουπ! Παλιά πόλη!
Εκκλησίες, πύργοι, πολεμίστρες, ανεβήκαμε και σ'εναν πύργο, με στενά πέτρινα σκαλοπάτια, η θέα μας αποζημίωσε (βελτιώνομαι στις περιγραφές..).. Α.. Και εννοείται ότι, τουλάχιστον για μένα, το ομορφότερο αξιοθέατο ήταν η θάλασσα, 200 μέτρα έξω από το τείχος..
Η μεσαιωνική ταβέρνα, με τους αναλόγως ενδεδειγμένους σερβιτόρους (“οι μερίδες δε συνοδεύονται από ρύζι ή πατάτες, δεν υπήρχαν τέτοια πράγματα στη μεσαιωνική Ευρώπη..) πίσω από το Δημαρχείο, στη μέση της κεντρικής πλατείας και απέναντι από το παλαιότερο (;) φαρμακείο της Ευρώπης, το ίδιο το Δημαρχείο, η ρώσικη εκκλησία του Αλέξανδρου Νιέφσκι – συναγωνίζεται σε πολυτέλεια την αντίστοιχη εκκλησία στο κέντρο της Σόφιας, στο λόφο απέναντι από το Κοινοβούλιο, η τουριστική γειτονιά, ίσως η πιο high class τουριστική περιοχή που έχω δει ποτέ, με σουβενίρ ποιοτικά, δε βρίσκεις τέτοια αίσθηση ποθενά, ότι οι άνθρωποι απλά κάνουν τη δουλειά τους και προσφέρουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες, η συλλογή από σφηνάκια από τις πρωτεύουσες που θα επισκεπτόμουν για πρώτη φορά που ξεκίνησα εκεί (από τη Ρίγα πήρα αργότερα), το “Συρτάκι”, η ταβέρνα με ελληνικό φαγητό πίσω από τη ρώσικη εκκλησία, κανείς έλληνας δε δούλευε εκεί, έπαιζε Πανταζή μετά από Βοσκόπουλο, ένας έλληνας φοιτητής με την παρέα του έκατσαν εκεί, εμείς κάτσαμε στην άλλη ελληνική ταβέρνα, την “Άρτεμη”, την έχουν 2 έλληνες, πετύχαμε τον ένα, το Λουκά, μου έδωσε κι ένα λινκ να βλέπω ζωντανά αγώνες μέσω ίντερνετ, αρκετά αξιόπιστο..
Νιέφσκι και Συρτάκι

Μικρούτσικο και αγαπησιάρικο, έστω μόνο για ένα σ/κ, το Ταλίν έγινε και εξακολουθεί να αποτελεί την αγαπημένη μου πρωτεύουσα της Βαλτικής, αν θα καταφέρει η Ρίγα να το αλλάξει αυτό θα δούμε, μάλλον δύσκολα..

Άκρη του τείχους και Βαλτική

Με την Άννα θα μπορούσαμε να είχαμε περάσει και καλύτερα, αν, και αναλαμβάνω την ευθύνη γι'αυτό, δεν έβγαζα πάνω της την πίεση που είχε συσσωρευτεί αυτό τον καιρό. Μπορεί να μου στοίχισε λίγο, αλλά γενικά μου έκανε καλό το ότι βρήκα έναν άνθρωπο που θεωρώ “δικό μου” για να μπορώ να βγάζω τα νεύρα μου πάνω του. Φυσικά δεν είναι καλό γι'αυτόν (χιχι..!) , αλλά ουδέν καλόν..

Στην επιστροφή η διάθεση ήταν πολύ ανεβασμένη, ξυπνούσαμε τους πάντες στο λεωφορείο με τα γέλια μας, πίτσα στη μεγαλύτερη αλυσίδα, στο υποκατάστημα ακριβώς πίσω από το ρολόι της Laima, και αποχαιρετισμός στο σταθμό λεωφορείων, Κυριακή βράδυ, για Gulbene, με το τελευταίο. Η Άννα θα έμενε Ρίγα. Περίεργος αποχαιρετισμός, ήρθε να με επισκεφτεί και αυτός που έφευγε πρώτος ήμουν εγώ..

Η Άννα έφυγε για Πολωνία το άλλο πρωί, λίγες ώρες μετά.

Τρίτη 4 Ιανουαρίου 2011

M.K.

“Έχω μια αδελφή, κουκλίτσα αληθινή /
τη λένε Βόρειο Ήπειρο, την αγαπώ πολύ..”

Ποιος θα μπορούσε να το τραγουδάει αυτό; Η πρώτη που μου έρχεται στο μυαλό, είναι η γειτόνισσα.
Νομίζω τα δυο τραγουδάκια τα μάθαμε μαζί, από την κυρία Κατίνα, δασκάλα μου στο δημοτικό, 4 χρόνια, πρώτη-τετάρτη. Με τα συλλαλητήρια για το μακεδονικό ζήτημα, τις περίφημες δηλώσεις και τα πολιτικά γεγονότα, συν την όποια ελληνοχριστιανική παράδοση που οφείλει το ελληνόπουλο να κουβαλάει και να γαλουχηθεί στα ιδεώδη της, το τραγουδάκι πήγαινε κάπως έτσι:

................................................................

Πολλά χρόνια μετά, ήρθε η ώρα μου να ορκιστώ κι εγώ, φαντάρος.. Τρίπολη, Νοέμβρης του 2007, 301 ΕΣΟ, κρύο, πεζικάριος ανάμεσα σε διαβιβαστές, μάθαμε τα πάντα, από-καλυφθείτε, όρκοι, καλύ-φθειτε, βήμα, πάνω-κάτω, πέρα-δώθε, ένα-δύο-εν-δυο-εν-δυο-ένα, καλοί ήμασταν, τσακωνόμασταν για τη σειρά στο ύψος, σαν παιδάκια δημοτικού, σειρά είχαν τα ΖΗ-ΤΩ, με τον τονισμό στο Ω, το μάθαμε κι αυτό, κάτη είπαν πάλι οι σκοπιανοί λίγες μέρες πριν την ορκωμοσία, τα παίρνει ο διοικητής, μανιάτης γαρ, και θέλοντας να αποδείξει στους προαιώινιους βόρειους εχθρούς το ηθικό και τις ικανότητες των ελλήνων στρατιωτών, δίνει εντολή να μάθουμε όλοι να τραγουδάμε, και να το εκτελέσουμε μάλιστα και live αμέσως μετά την τελετή ορκωμοσίας, το τραγουδάκι που πιο πάνω αντικαταστάθηκε με τελίτσες.
Οι άλλοι λόχοι, πεζικάριοι και από νωρίς στα βάσανα (όταν εμείς ξυπνούσαμε, αυτοί επέστρεφαν από πρωινό), έμαθαν το τραγούδι γρήγορα και σωστά, πολεμικό εμβατήριο. Μικρή παρένθεση, για να σας πάω πολύ πίσω , σε μια από τις πρώτες αναρτήσεις.. Όταν έγινε αναφορά στο γερμανικό εθνικό ύμνο, ξέχασα να αναφέρω ότι λέγεται στις πηγές ότι σε μία από τις φονικότερες μάχες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ένα τάγμα που έμεινε στην ιστορία, αποτελούμενο από γερμανούς σπουδαστές, εθελοντές και με πλήρη άγνοια του τι εστί πόλεμος, σχεδόν η επανάληψη της ιστορίας με τον Ιερό Λόχο του Υψηλάντη, βάδιζε στη μάχη έχοντας τον ύμνο του Χάυντν για πολεμικό εμβατήριο. Ο ίδιος ο Χίτλερ, που επίσης συμμετείχε σε εκείνη τη μάχη, δήλωνε ότι θυμόταν το συγκεκριμένο τάγμα να βαδίζει τραγουδώντας. Το θέμα βέβαια είναι, ότι ένα τόσο αργό τραγούδι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πολεμικό εμβατήριο. Ένα από τα κακοπροαίρετα σχόλια (το οποίο όμως ανεπιφύλακτα υιοθετώ) που διάβασα ψάχνοντας αυτή την ιστορία ήταν το “αν πήγαιναν με το ρυθμό του κομματιού, θα έπρεπε να πηγαίνουν με 1η, ή με αργή κίνηση – καμία εντύπωση που εξολοθρεύτηκαν”.
Και επιστρέφουμε στην Τρίπολη, 11ο Σύνταγμα Πεζικού, και μαθαίνουμε το τραγούδι, και μαζευόμαστε όλοι την παραμονή για την πρόβα τζενεράλε. Και ξεκινάμε να τραγουδάμε..
“Μακεδονία ξακουστή του Αλεξάνδρου η χώρα /
που έδιωξες τους τύραννους, κι ελεύθερη είσαι τώρα..”

Οι άλλοι λόχοι, έτοιμοι να εισβάλλουν στην Οχρίδα, τραγουδούν κουνώντας το κεφάλι μπρος πίσω και πάνω κάτω, να μη χάσουν το ρυθμό, ποδοσφαιρικό σύνθημα..
“Μα-κε-δο-νί-α-ξα-κου-στή-του-Α-λε-ξάν-δρου-η-χώ-ρα /
Μα-κε-δο-νί-α-ξα-κου-στή-του-Α-λε-ξάν-δρου-η-χώ-ρα /
που-έ-διω-ξες-τους-βάρ-βα-ρους,-κι ε-λεύ-θε-ρη-εί-σαι-τώ-ρα..”
Κοφτά, χωρίς κενά, με μια αναπνοή..

Στο συγκεκριμένο στρατόπεδο, υπάρχει μια τεράστια αυλή, με ένα μεγάλο κτίριο στη μια πλευρά.. 4 λόχοι στεγάζονταν εκεί. Σ'εκείνη την ΕΣΟ, οι νεοσύλλεκτοι ήταν περισσότεροι, αναγκάστηκαν να ανοίξουν άλλους 2 λόχους, απέναντι.. Ο 5ος δεν άντεξε πολύ, ήταν λίγοι, τα άτομα απορροφήθηκαν από τους υπόλοιπους. Ο 6ος, άνοιξε μετά από 4 χρόνια, κλεισούρα, σκόνη και βρώμα.. Εκεί ήμασταν εμείς, στο κτιριάκι απέναντι. Στην πρόβα κάθε λόχος ήταν μπροστά από το κτίριο του..

“Μακεδονίίίία ξακουστήή του Ααλεξάάάνδρου η χώώώώώρα /
“Μακεδονίίίία ξακουστήή του Ααλεξάάάνδρου η χώώώώώρα /
που έδιωξεεεεες τους τύύραννους, κι ελεύθερη είίίίίσαι τώώώώρα..”
είπαμε οι φιλόμουσοι, προσπαθώντας με τις αγριοφωνάρες μας να δώσουμε μελωδία, μακρόσυρτα, σαν σε γιορτή, όχι σε πολεμο..

Από το μικρόφωνο ο διευθυντής ορχήστρας δίνει εντολή να σταματήσουν όλα. Γυρίζει προς το μέρος μας. “Δημήτρη”, λέει στο λοχαγό, ένα βαριεστημένο ανθρωπάκι που δεν ενοχλούσε κανέναν και το μόνο που ήθελε ήταν να μην τον πολυσκοτίζουν, “τι είναι αυτά;”. “Το τραγούδι δε λέει τύραννους, τι το κάναμε εδώ; Στρατός είμαστε, όχι διπλωματικό σώμα.. Βάρβαρους λέει το τραγούδι, τι τύραννους και δημοκρατίες;”.

Η πρόβα τελείωσε άδοξα για μας. Έπρεπε να συγκεντρωθούμε όλοι και να μάθουμε το τραγούδι με τους νέους στίχους.. Φεύγοντας, όλοι οι λόχοι φώναξαν τα συνθήματά τους.. “1ος λόχος, ΔΥ-ΝΑ-ΜΗ!”, “2ος λόχος, Α-Ε-ΤΟΙ!”, “3ος λόχος, Α-ΝΤΟ-ΧΗ”, “4ος λόχος, ΛΕ-Ο-ΝΤΕΣ!”, 5ος δεν υπήρχε, ήρθε κι η σειρά μας, εμείς δεν τα ξέραμε αυτά, πρώτη φορά τα ακούγαμε, μείναμε σιωπηλοί αλλά πριν προλάβουμε καν να κοιταχτούμε, ακούγεται ανάμεσά μας μια φωνή “6ος λόχος, ΚΑ-ΨΙ-ΜΙ!”. Γέλια, ακούει ο διοικητής , βάζει μια φωνή “πώς τολμάτε και γελάτε;”, ο λοχαγός βρίσκει τον φταίχτη, του ρίχνει 5 μέρες φυλακή επί τόπου..

Μαθαίνουμε το τραγούδι, βάζουμε τα καλά μας την άλλη μέρα, γίνεται όλη η διαδικασία, δεσποτάδες, ψαλμωδίες και καντάδες, πλήθος κόσμου, τελειώνει η ορκωμοσία, βγαίνει ο Μίλτος Μακρίδης, συγγνώμη, ο διοικητής, “και τώρα ένα τραγούδι για τη Μακεδονία μας!”, “1,2,3”
“Μα-κε-δο-νί-α-ξα-κου-στή-του-Α-λε-ξάν-δρου-η-χώ-ρα /
Μα-κε-δο-νί-α-ξα-κου-στή-του-Α-λε-ξάν-δρου-η-χώ-ρα /
που-έ-διω-ξες-τους-βάρ-βα-ρους,-κι ε-λεύ-θε-ρη-εί-σαι-τώ-ρα..”
οι 4 πρώτοι λόχοι, οι στρατιώτες,
“Μακεδονίίίία ξακουστήή του Ααλεξάάάνδρου η χώώώώώρα /
“Μακεδονίίίία ξακουστήή του Ααλεξάάάνδρου η χώώώώώρα /
που έδιωξεεεεες τους βάάρβαρουυς, κι ελεύθερη είίίίίσαι τώώώώρα..”
ο 6ος, εμείς οι καλλίφωνοι και καλλιτέχνες..

Εννοείται ότι όταν έφταναν οι άλλοι στο “τώρα”, εμείς ήμασταν ακόμα στο έδιωξες..
Και βάζει το κοινό στα γέλια και οι 3 στροφές του τραγουδιού (οι παραπάνω στίχοι δεν είναι καν το μισό της πρώτης στροφής) είναι ατελείωτες, να κάνουν παύσεις οι άλλοι μεταξύ των στροφών, εμείς να τραγουδάμε, στις δικές μας παύσεις οι μισοί από μας να τις ακολουθούν, οι άλλοι μισοί να προσπαθούν να φτάσουν τους άλλους λόχους, στον ίδιο λόχο οι μισοί τραγουδούσαμε και οι άλλοι μισοί να μας κάνουν δεύτερες φωνές, γέλιο, πολύ γέλιο, δυστυχώς δεν υπάρχει σε βιντεάκι, αν το βρείτε στείλτε το..

Και τελείωνει κάποια στιγμή το μαρτύριο, και λέει ο Μίλτος “και τώρα παρέλαση” και μέχρι να ανασυνταχθούμε και να μας βρίσει ο λοχαγός, έχει τρέξει σφαίρα ο διοικητής πίσω μας, εν εξάλλω καταστάσει, κατακόκκινος, μίνι- εγκεφαλικό, “Δημήτρη, να τους πας με βήμα στην αφετηρία για το βήμα, και να ξανατραγουδησουν για τιμωρία..!”.
Και παίρνει το αυστηρό του ύφος ο λοχαγός και ξεκινάμε το βήμα, πιάνουμε και το τραγούδι, το ξανακάνουμε, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες, μπάχαλο, να έχει πέσει κάτω το κοινό και να κλαίει από τα γέλια, τους φτιάξαμε τη μέρα, “να δείτε τι θα πάθετε όταν γυρίσετε”, μας απείλησε ένας άλλος λοχαγός, φεύγαμε μισή ώρα μετά για την πρώτη μας άδεια, τίποτα δεν πάθαμε μετά, μόνο τα σουβλάκια και τα delivery κουράστηκαν, εμείς ποτέ και καθόλου..

Κι έτσι κύλησε η θητεία μου, γεμάτη παρόμοια ευτράπελα, νομίζω πάντως ότι αυτό παρέμεινε, μέχρι το τέλος, το κορυφαίο σκηνικό.

ΜΚ είναι, ιντερνετικά, η κατάληξη στις σκοπιανές ηλεκτρονικές διευθύνσεις, όπως στις ελληνικές είναι το gr.
Εδώ πάντως δεν γράφτηκε γι'αυτό. Ούτε να κάνετε αναγωγές, ότι η λετονική εμπειρία είναι δεύτερος στρατός, κι ας μετρόυσα μέρες με το που πάτησα το πόδι μου εδώ (από σύμπτωση, όταν ήρθα, μου έμεναν 301 και σήμερα..)

Ήθελα να γράψω για εντελώς άλλο θέμα.. Αλλά είχα προβληματιστεί πολύ για τον τίτλο, και όταν τον βρήκα, με οδήγησε κάπου εδώ.. Αν και.. Όσοι έχουμε περάσει από τον ελληνικό στρατό, απλά δεν μπορούμε να μην τον χωρέσουμε κάπου σε μια συζήτηση, σωστά; ;-) ΜΚ, με την ορθή έννοια αυτή τη φορά, θα υπάρξει πάλι σύντομα..

ΥΓ1. Όπου “γειτόνισσα” (της Βορείου Ηπείρου), βλέπε η Μακεδονία (ή η Ελευθερίου Βενιζέλου στην Πάτρα, πρώτη παράλληλη της -οδού- Βορείου Ηπείρου..)
ΥΓ2. Οι 5 μέρες φυλακή δεν γράφτηκαν/μέτρησαν, φυσικά, ποτέ..