Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010

Σιδηρόδρομος

Το Gulbene είναι φημισμένο, τουλάχιστον στη Λετονία, (μεταξύ άλλων) και για τη σιδηροδρομική γραμμή που το ενώνει με το Aluksne, μια πόλη στα βορειοανατολικά, πολύ κοντά στα σύνορα με τη Ρωσία.

Στο Civilization II που έπαιζα χρόνια πριν, το ανώτατο επίπεδο που μπορούσε να φτάσει ένα δίκτυο μεταφοράς ήταν το επίπεδο του σιδηροδρόμου. Στους δημιουργούς του παιχνιδιού αυτού, σκοπός του οποίου ήταν να πάρεις έναν πολιτισμό από τις σπηλιές και, ακολουθώντας τη ροή της ιστορίας όπως αυτή πράγματι διαμορφώθηκε να τον φτάσεις στην κατάκτηση του διαστήματος, ήταν προφανές ότι ο σιδηρόδρομος είναι το πρώτο χρονικά επίγειο, μηχανοκίνητο μέσο μεταφοράς και η εξέλιξή του είναι ένδειξη της ποιότητας ζωής των πολιτών μιας χώρας. Θυμάμαι όταν ήθελα να διασχίσω τη Δανία και ρώτησα μια φίλη πώς να το κάνω μου είπε “με τρένο, ας δούμε τα δρομολόγια” και όταν τόλμησα να ψελλίσω “μήπως είναι καλύτερα λεωφορείο;” κοίταξε τον πρωτόγονο φίλο της (=εμένα) με οίκτο.. Σύντομα ελπίζω να επισκεφτώ τα σουηδικά τρένα, κι ας μην περάσω έξω από το Old Traford όταν πήγα με τρένο από το Manchester στο Εδιμβούργο (γεια σου Μιμή!) ή όταν πήρα το TGV στη Γαλλία , για να μη μιλήσω για τα ιαπωικά τρένα που πήγαιναν πιο γρήγορα από τα 4G του Allou κι έπρεπε να φοράω ζώνη και να έχω τα μάτια μου κλειστά..(Από την άλλη βέβαια.. Η εμπειρία στην Ινδία, όταν ταξίδευα παστωμένος σε ένα βαγόνι, με ανθρώπους, αποσκευές, αγελάδες και κοτόπουλα, με τους μισούς ανθρώπους μέσα και τους άλλους μισούς να κρέμονται έξω από το παράθυρο σαν τσαμπιά (κλισέ παρομοίωση – πάντα ήθελα να τη γράψω..) εξακολουθεί να είναι το καλύτερο ταξίδι που έχω κάνει ποτέ, ανεξαρτήτως μέσου μεταφοράς..)
Ναι. Έχω ένα κολλήματάκι (και) με τα τρένα.. Και θέλω να φτάσει ο προαστιακός στην Πάτρα και να μη χρειάζεται να πηγαίνω στην Πλακεντίας, να παίρνω τον Προαστιακό, να αλλάζω στα Λιόσια, να κατεβαίνω στο Κιάτο, να μπαίνω σε λεωφορείο του ΟΣΕ για Ακράτα, στην Ακράτα να αλλάζω πάλι για να μπαίνω στο (αργό) τρένο που πάει Πάτρα.. (και να γίνει αυτό, τα 2 πρώτα βήματα μάλλον δεν τα αποφεύγω..). Και όλοι χαιρόμαστε να παίρνουμε το μετρό (αστικό σιδηρόδρομο) και να είμαστε στα 7 λεπτά Σύνταγμα (από Πανόρμου) όταν το λεωφορείο κάνει 40 λεπτά, το ταξί 30 και 10 και είμαστε περήφανοι να μας λένε όλοι πόσο ωραίο και καθαρό είναι..
Αλλά το να το χρησιμοποιούμε στη καθημερινότητά μας, μάς είναι ξένο. Στην πλειονότητα από μας. Και βάζω και τον εαυτό μου μέσα, όχι για να το παίξω ευγενικός, αλλά γιατί όταν είναι να πάω κάπου, στην Ελλάδα, πρώτα σκέφτομαι αν μπορώ να χρησιμοποιήσω το αυτοκίνητο και, αν όχι, ψάχνω τα δρομολόγια του ΚΤΕΛ.
Ε λοιπόν, στη Λετονία, αυτή τη μικρή χώρα, τη φτωχή, τη χτυπημένη από την κρίση (σταματάω εδώ, οικονομικοκοινωνιολογική ανάλυση της κρίσης σύντομα), με το εμφανώς κατώτερο βιοτικό επίπεδο, στη Λετονία λέω, ούtε εδώ πολυχρησιμοποιούν τρένα.. Υπάρχει ένα ανεκτό δίκτυο, κυρίως γύρω από τη Ρίγα, αλλά παραέξω ελάχιστα πράγματα. Και είναι σχετικά κρίμα, γιατί όταν το ψηλότερο “βουνό” (μάλλον έπρεπε να βάλω περισσότερα εισαγωγικά) τους έχει ύψος γύρω στα 300 μέτρα (320) , μια χώρα τόσο επίπεδη θα μπορούσε να έχει ευρύ δίκτυο.. Δεν έχει, γιατί τώρα ενηλικιώνεται ως χώρα. Και κάποιες ανάγκες δεν μπορεί ακόμα να τις καλύψει..

Επί “κηδεμονίας” λοιπόν το δίκτυο ήταν πάνω κάτω το ίδιο. Αλλά συγκριτικά κάλυπτε πολύ μεγαλύτερο μέρος των αναγκών ενώ απλά αριθμητικά, χωρίς αναγωγή σε αναλογίες, τα δρομολόγια ήταν πυκνότερα. Το Gulbene ήταν πέρασμα του σιδηροδρόμου που ένωνε τις ακτές της Βαλτικής με τη “μητερούλα” Ρωσία (αυτοκρατορική ακόμα..). Τα εγκαίνια του τμήματος Gulbene – Aluksne εορτάζονται με πάσα επισημότητα στις 4 Σεπτεμβρίου 1903 , 14 χρόνια πριν την Οκτωβριανή Επανάσταση και 15 πριν από την πρώτη ανεξαρτησία της Λετονίας.
Το συγκεκριμένο τμήμα, 107 χρόνια μετά, είχε γενέθλια.
Τα εγκαίνια

Πλήθος από όλη τη Λετονία έσπευσε να παρευρεθεί στον εορτασμό. Το γεγονός που κάνει το συγκεκριμένο τμήμα τόσο ξεχωριστό, είναι ότι αποτελεί το μοναδικό (όλου του (περιορισμένου) σιδηροδρομικού δικτύου όλων των Βαλτικών χωρών) τμήμα του οποίου οι ράγες δεν είναι σχεδιασμένες σύμφωνα με τον “δυτικό” τρόπο (είπαμε.. κολληματάκι κολληματάκι αλλά δεν είμαι και ειδικός στην ορολογία) αλλά σύμφωνα με το λεγόμενο “σοβιετικό” (όπως επικράτησε να λέγεται σε αυτή τη γωνιά της Ευρώπης) , δηλαδή σχεδόν με το μισό πλάτος. Και, όπως νομίζω είναι προφανές, αυτό έχει αντίκρυσμα και στο μήκος – πλάτος – σχήμα των βαγονιών.

Το τρένο και οι ράγες



Πήγαμε κι εμείς εκεί, αποστολή από την οργάνωση, 2 15χρονα, η Dace και η Maija (σας θέλω συγκεντρωμένους, άλλη Maija αυτή..) , η πρώτη έκανε τη φωτογράφο, η δεύτερη τη μεταφράστρια και την PR, εγώ είχα αναλάβει κάτη άλλο τεχνολογικό, τέλοσπάνων, να μην τα πολυλογώ, η δράση σαν δράση δεν πήγε και πολύ καλά, λίγο ο καιρός, λίγο η τεχνολογία, όλα ήταν εναντίον μας..

Η ιδέα του εορτασμού ήταν: Μπαίνουμε όλοι στο τρένο (=στα τρένα), κατεβαίνουμε στην επόμενη στάση, εκεί μας περιμένουν δραστηριότητες, γιορτές- χοροί- τραγούδια, παίρνουμε το επόμενο τρένο, επόμενη στάη κλπ. Στο Gulbene ακόμα οργανωνόμασταν οπότε χάσαμε τον εορτασμό, στην πρώτη στάση έριχνε νερό με τον κουβά, όχι σταγονίτσες, και όποιος σκέφτηκε να οργανώσει party με φούσκες ήταν Ιταλός και εκτός τόπου και χρόνου – γνώρισα τη γυναίκα του και ξέρω, και στην τρίτη στάση, στο σταθμό Paparde όπου και η βροχή μας είχε κάνει τη χάρη και είχε σταματήσει πριν από μας ήταν πιο ανθρώπινα, με πιο ζεστούς και ειλικρινείς ανθρώπους, ωραίες φωνές στις χορωδίες, παραδοσιακούς χορούς σαν αυτούς που βλέπουμε στος ταινίες, π.χ. στον Ρομπέν των Δασών (και στις παρωδίες του) και στους επόμενους σταθμούς δεν πήγαμε γιατί έπρεπε να επιστρέψουμε στο Gulbene γιατί.. (βλ. επόμενη ανάρτηση)

Έχω πολλές ωραίες εικόνες στο μυαλό μου από εκείνη τη μέρα. Και κάποιες φωτογραφίες, δεν μπορούν όμως να αποτυπώσουν την ομορφιά των αναμνήσεων.
Αυτά..
Το συγκεκριμένο τμήμα χρησιμοποιείται ακόμα κανονικά, όχι δηλαδή μόνο σαν τουριστική ατραξιόν.
Α! Και δεν έχω πάει ποτέ στην Ασία..

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010

Μelancholia

Άλλα ήμουν έτοιμος να δημοσιεύσω..
Αλλά ξύπνησα το πρωί και τα πάντα ήταν έτσι:
Η θέα σήμερα το πρωί από το παράθυρό μου

Και μετά ήρθα στο γραφείο και έβγαλε ήλιο και έκανε κρύο κι έβρεξε και είτε το πιστεύετε είτε όχι το χιόνι έχει σχεδόν όλο λιώσει και η χαρά, η χαζοχαρούμενη χαρά του 5χρονου, που είχα το πρωί όταν είδα άσπρη μέρα έχει φύγει και έχει μείνει μόνο αυτό το τραγουδάκι, που μου καρφώθηκε στο μυαλό όταν είδα το χιόνι και είναι εκεί, ακόμα καρφωμένο.. Ο τίτλος δε με εξέφραζε πολύ τότε, ίσως λίγο περισσότερο τώρα..

Οι στίχοι πάνε κάπως έτσι:
As I sit and watch the snow
Fallin' down
I don't miss you at all
I hear children playin' laughin' so loud
I don't think of your smile
So if you never come to me
You'll stay a distant memory
Out my window I see lights going dark
Your dark eyes don't haunt me
And then I wonder who I am
Without the warm touch of your hand
And then I wonder who I am
Without the warm touch of your hand
As I sit and watch the snow
Fallin' down
I don't miss you at all
I don't miss you at all
I don't miss you at all..


Άλλη μία, ποιος ξέρει πότε θα το ξαναδούμε.. (λογικά σύντομα, ε ;-) ) 
Η θέα από το άλλο παράθυρο
ΥΓ. Η αρχική μελωδία είναι του Duke Ellington και έχει τίτλο “Melancholia”. Η Norah Jones πρόσθεσε τους στίχους, και το τελικό αποτέλεσμα, το τραγούδι “I don't miss u at all”, κλείνει το άλμπουμ “Feels like home” (2004)

Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2010

Numa Numa

H Alexandra είναι από τη Ρουμανία. Φίλη καλή, με τρέλα για την Ελλάδα και καθετί ελληνικό, είμαι ο εξ αποστάσεως καθηγητής της. Ατελείωτες ώρες έχουμε περάσει στο Skype, κατά την παραμονή μου εδώ, να της εξηγώ λέξεις και ήχους και νοήματα. Κι αν λέτε ειρωνικά “έπεσε πολλή δουλειά”, κυρίως σε σχέση με το “ατελείωτες”, έχετε δίκιο. Αλλά αν ισχύει για μένα, ισχύει και για την Alexandra. Κάνει το ίδιο πρόγραμμα, σε μια πόλη που σημαίνει πολλά για μένα, στην πρωτεύουσα μιας χώρας με την οποία, καλώς ή κακώς, έχω ανοικτούς λογαριασμούς..
Η Alexandra πήγε εκεί ένα μήνα μετά την άφιξή μου εδώ, δηλαδή αρχές Σεπτέμβρη. Το οn arrival σεμινάριο εκεί έγινε όμως όταν έπρεπε, δηλαδή άμα τη αφίξει των εθελοντών. Κοινωνική και αεράτη, έκανε πολλές παρέες (ήταν και πολλοί οι συμμετέχοντες..). Η καλύτερή της “παρέα” - δεν ξέρω γιατί, δε μου βγαίνει να γράψω “φίλη” ήταν μια κοπέλα από την Ισπανία, η οποία κάνει το EVS της στο μέρος όπου ένας από τους 2 ανθρώπους - σημεία αναφοράς μου στη Λετονία (ο άλλος είμαι εγώ) θα βρεθεί σε λίγες μέρες. Κι όταν λέμε μέρος, δεν εννοούμε νησί ή χώρα ή πόλη ή χωριό. Εννοούμε κτίριο.

Αρέσκεται να λέει πως δεν είναι τυπική Λετονή. Και από τα λίγα που ξέρω κι έχω δει, νομίζω ότι έχει δίκιο. Έχω επίσης και την εντύπωση ότι δεν το λέει με το ύφος που έχουν όσοι Λετονοί έχουν ταξιδέψει λίγο εκτός της χώρας τους, το ύφος δηλαδή “έχω φτάσει στα πέρατα της οικουμένης” , εφόσον, πάντα σύμφωνα με αυτούς “μένεις στο Gulbene? Τόσο μακρυά; Στην άλλη άκρη της χώρας!” (απλά υπενθυμίζω, Gulbene- Ρίγα 170 χμ και επίσης παραδέχομαι ότι το Αλεξανδρούπολη-Καλαμάτα είναι για έναν Αμερικανό ή Ρώσο αντίστοιχο του “πάμε μια βόλτα με ποδήλατο”), πιο πολύ το λέει, όταν είμαι μπροστά, για να με βάλει πιο γρήγορα στο κλίμα του τι εστί Λετονή. Ξέρει ότι την ξέρω καλά, ότι την έχω ψυχολογήσει οπότε (πολύ σύντομα και απλοϊκά) το αντίθετό της είναι μια τυπική Λετονή.

Το μέρος που βρίσκεται η Ισπανίδα και στο οποίο θα πάει σύντομα και η Maija (περί αυτής ο λόγος ανωτέρω) είναι ένα μικρό, ειδικού τύπου σχολείο σε ένα μικρό χωριό, με ένα μόνο supermarket που οι ντόπιοι το λένε “mall” επειδή είναι το μεγαλύτερο κτίριο σε ακτίνα χιλιομέτρων, με μια πιτσαρία , ένα βενζινάδικο και.. Αυτά. Τέλος. Αυτό το σχολείο, προέκταση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, προσφέρει ευκαιρίες στους νέους μαθητές του να αποκτήσουν περισσότερες ικανότητες και δεξιότητες πριν αποφασίσουν αν θέλουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους ή να ψάξουν για κάποια δουλειά. Κυρίως ασχολείται με το να δώσει καλλιτεχνικής φύσεως δεξιότητες, μουσική, ζωγραφική, κεραμεική, αλλά και μαθήματα της τοπικής γλώσσας και των αγγλικών. Μπορεί να έχει και αλλοδαπούς μαθητές.

Η Maija ήταν μαθήτρια σε αυτό το σχολείο. Τι ακριβώς έκανε θα σας γελάσω. Αλλά μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι αυτό το μέρος, αυτό το σχολείο, στο συγκεκριμένο μικρό χωριό (όπου οι άνθρωποι πάνε να ψωνίσουν στο mall είτε όταν χρειάζονται κάτη επειγόντως είτε όταν έχει φτάσει η ανομολόγητα συνομολογημένη ώρα της ομαδικής παρουσίας σε αυτό, η μόνη κοινωνικοποίηση που επιτρέπουν στους εαυτούς τους) έχει μια μαγική επίδραση σε όσους έχουν περάσει από αυτό. Δίνει εμπειρίες, δίνει ανθρώπους και δίνει μια νέα οπτική της ζωής. Ακούγεται απίστευτο αλλά συμβαίνει.
Στο πίσω μέρος του, το σχολείο έχει έναν υπέροχο κήπο. Και στη μέση του κήπου, ανάμεσα στα πανύψηλα δέντρα, ξεχωρίζει ένα. Οι γνώσεις μου σε φυτά και δέντρα είναι περιορισμένες, θα πω μόνο πως μοιάζει με ιτιά, με τα φύλλα προς τα κάτω να δημιουργούν την εικόνα που έχουν τα πυροτεχνήματα όταν σβήνουν, αλλά επίσης ξέρω ότι είναι πολύ ψηλό και μεγάλο για να είναι ιτιά. Εκεί, δίπλα στον κορμό του δέντρου, είχε τη σκηνή της η Maija όταν τη γνώρισα.

Είχε διανύσει τη μισή Βόρεια Ευρώπη με οτοστόπ για να φτάσει εκεί. Άμεση, με μεγαλή ευθύτητα συνοδευόμενη από αυθορμητισμό, με περιβραχιόνιο δηλωτικό των προτιμήσεων της, κοντό μαλλί και αυτά τα γαλάζια τατάρικα μάτια, ανέτρεψε κάθε εικόνα που τα 20χρονα που συνόδευα και δούλεψα μαζί τους είχαν για το φαίνεσθαι και το είναι, ή μάλλον για το δέον φαίνεσθαι και το δέον είναι. Και ξέρετε, η ανατροπή των δεδομένων, της απολυτότητας που έχουν τα 20χρονα για τη ζωή, γιατί δεν είναι πια παιδιά, να τους λέει κάποιος τι να κάνουν, έχουν εμπειρίες και (νομίζουν ότι) ξέρουν, αυτή η ανατροπή απλά δεν ήταν αποδεκτή. Έτσι, και εφόσον δε χρειαζόταν να δουλέψουν μαζί της, βρίσκονταν πάντα σε απόσταση.
Κι εγώ, μεγαλύτερος, νιώθοντας στην αρχή ασφυκτικά γιατί με έβλεπα να συμφωνώ σε όλα με αυτά τα παιδιά (με τα οποία στη συνέχεια αναπτύχθηκε μια ιδιαίτερη σχέση, με λάτρευαν και τα φώναζα “(my) children”) βρήκα, στο πρόσωπο της Maija την ευκαιρία να διαφοροποιηθώ. Φίλη της Valeria, που έκανε το πρόγραμμα Leonardo της εκεί, ήταν μια καλή βάση εμπιστοσύνης. Κι όταν ήθελα να δώσω χώρο και χρόνο στα παιδιά, πάντα είχα κάποιον(= κάποια = κάποιες) που θα μου κρατούσε/αν εξίσου καλή παρέα.

Ο αποχαιρετισμός, τότε, ήταν δύσκολος για όλους. Φαντάζεστε βέβαια για ποιον ήταν δυσκολότερος ;-Ρ – όχι για μένα.. Από το group της Maija που δούλευε εκεί παράλληλα με μας, κράτησα επαφή με τους του νοτίου ημισφαιρίου, τη Stine από την Αυστραλία και τον Jason από την Αργεντινή, με το Jason συναντηθήκαμε και μια φορά, μήνες μετά, στα περίχωρα μιας ευρωπαϊκής μεγαλούπολης (μου έστειλε και μήνυμα μετά το Αργεντινή – Ελλάδα 2-0 στο μουντιάλ, στο οποίο, λόγω της άθλιας εμφάνισής μας – αθάνατο ελληνικό ταμπούρι!, θυμάμαι άργησα να απαντήσω).
Και με τη Maija. Χάσαμε την ευκαιρία να συναντηθούμε μια φορά σε μια πόλη που βρεθήκαμε ταυτόχρονα, εμείς και η μισή υφήλιος, αλλά η επαφή ήταν συχνή και αδιάκοπη.
Και όταν έμαθα ότι τελικά εγκρίθηκαν όλα και θα ερχόμουν στη Λετονία, ο πρώτος πρώτος άνθρωπος που το έμαθε, ήταν η Maija.

Τη συνέχεια λίγο πολύ την ξέρετε. Υποδοχή στο αεροδρόμιο, μόνο για μια αγκαλιά, μπάνιο στη Βαλτική, Jurmala, Ρίγα, Gulbene, ξανά Ρίγα..
Στοιχεία για τη Maija , πώς περνάει και πώς είναι θα τα μαθαίνετε στην πορεία. Νομίζω η παραμονή μου εδώ είναι αλληλένδετη με τη δική της εξέλιξη. Αυτό που ίσως δεν ξέρετε και μπορώ να μοιραστώ μαζί σας, είναι ότι η Maija, αφού το group μου έφυγε, έγινε καθηγήτρια σε αυτό το σχολείο, ή μάλλον κάτη σαν ενδιάμεσος μεταξύ μαθητών και καθηγητών.
Και ότι τώρα πάει σε αυτό το σχολείο, προσκεκλημένη στην old students' day, ημέρα παλιών μαθητών. Αυτοπροσκλήθηκα κι εγώ, με τον όρο να συναντήσω τουλάχιστον ένα από τα παιδιά μου. Η απάντηση από το σχολείο ήταν καταφατική. Δυστυχώς όμως κανένα δεν μπορούσε, οπότε το reunion αναβάλλεται για κάποια άλλη στιγμή, με κάποια άλλη αφορμή.
(Και ότι καταριέμαι την τύχη μου που δεν μπορώ να πάω γιατί, τουλάχιστον από φωτογραφίες, η Ισπανίδα φαίνεται πολύ ωραία..)


Υγ. To numa-numa είναι στίχος τραγουδιού του ρουμάνικου boyband O-Zone, που ξεκινάει με το “ma hi ha hi, ma hi ha ho”, που είναι ό,τι λέω στη Maija κάθε φορά που τη βλέπω ή την προσφωνώ. Έγινε παγκόσμιο hit,υπήρξε και επανεκτέλεση και remix με τη Rihanna, κυρίως χάρη σε ένα ευτραφές διοπτροφόρο παιδάκι που κοπανιόταν μπροστά στην οθόνη ακούγοντάς το. Που εμφανίστηκε και στο South Park..

Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2010

Οι Επισκέπτες

Δεν ξέρω αν είναι σώφρον για τον συντάκτη ενός κειμένου να αναιρεί τον τίτλο του κειμένου του από την πρώτη κιόλας παράγραφό του. Αλλά.. Προκειμένου να παρουσιαστεί με σαφήνεια το νόημα και τα περιγραφόμενα γεγονότα και να αποφευχθούν παρεξηγήσεις του τύπου “επισκέπτες; αααααααααααααα!! εξωγήινοι στο Gulbene!” καλό θα ήταν να μπει η υποσημείωση : όπου “επισκέπτες” διαβάστε οι “επισκέπτριες”.

Μου αρέσουν οι άνθρωποι που είναι απλοί και ξεκάθαροι. Και ευγενικοί. Και ειλικρινείς και αυθόρμητοι. Και καθόλου τυπικοί. Τέτοιος άνθρωπος είναι η Valeria. Με τη Valeria είχαμε περάσει κάποτε έναν πολύ μακρύ και ενδιαφέροντα Αύγουστο, πολύ μακρυά από το μεσογειακό δεδομένο και των 2 μας για το τι εστί Αύγουστος. Το μεσογειακό μας ταμπεραμέντο όμως(πολύ πιο έντονο στη Valeria – ξέχασα να πω, η Valeria είναι Ιταλίδα – όχι από την Κυψέλη) μας έφερε κοντά, αντιμετωπίσαμε, νομίζω επιτυχώς τις αντιξοότητες και την τεράστια (όχι σε επίπεδο αξίας, σε επίπεδο μεγέθους) αντίπαλό μας , είχαμε τις εντάσεις, τις απογοητεύσεις και τα κλάματα του φινάλε, λογικά πράγματα, ανθρώπινα. Ήταν η πρώτη μου ενασχόληση με νέους στο επίπεδο “είσαι στα άπατα, αν δεν κολυμπήσεις πνίγεσαι” και χωρίς τη Valeria δεν ξέρω αν θα τα είχα καταφέρει – καλύτερα – χωρίς τη Valeria μάλλον δε θα τα είχα καταφέρει.

Με το που ήρθα εδώ λοιπόν έγινε και σε αυτήν η πρόσκληση, με τον ίδιο τρόπο που έγινε σε πολλούς, και αν στους περισσότερους φάνταζε τυπική και ευγενική, στη Valeria φάνηκε μάλλον όπως είναι, άμεση και ειλικρινής, γιατί λίγες μέρες μετά έστειλε μήνυμα “δεν πήγα πουθενά όλο το καλοκαίρι, έχω 5 μέρες άδεια, δεν ξέρω τι να τις κάνω , να έρθω να σας δω;” και όταν πήρε καταφατική απάντηση είπε το πολύ γλυκό “είστε 2 άνθρωποι που ξέρω πολύ λίγο, εσένα(=εμένα) ακόμα λιγότερο, αλλά σας θεωρώ δικούς μου ανθρώπους και περιμένω πώς και πώς τη στιγμή που θα σας ξαναδώ”.

Οι μπεκρήδες Λετονοί
Ο άλλος άνθρωπος ήταν η Maija. Ήταν παρούσα, ενεργά παρούσα στην καθημερινότητα, ελάχιστα παρούσα στη δουλειά και διακριτικά (αλλά πολύ ουσιαστικά στο κομμάτι “κουτσομπολιό και γέλιο”) παρούσα στις κόντρες με την “big girlfriend”, εκείνου του Αυγούστου. Για τη Maija δε θέλω να πω περισσότερα, το κομμάτι που είναι αφιερωμένο σε αυτή είναι σχεδόν έτοιμο.

Η Valeria ήρθε Τετάρτη. Αργά. Πέρασε την πρώτη μέρα της στη Ρίγα με Maija και Anna και τώρα που το σκέφτομαι, και το μεγαλύτερο μέρος της δεύτερης μέρας εκεί το πέρασε. Τυχερή ήταν, γύρισε στην πόλη, έβγαλε φωτογραφίες με τα περισσότερα αγάλματα, τους έκανε και καλό καιρό (στο Gulbene έβρεχε καταρρακτωδώς, αποχαιρετιστήρια του καλοκαιριού βροχή)..

Πέμπτη βράδυ, με το τελευταίο λεωφορείο, Valeria και Maija έφτασαν στο Gulbene. Ο οδηγός τους άφησε στο Maxima (να το θυμάστε αυτό όσοι σκοπεύετε να με επισκεφτείτε, θα σας το θυμίσω κι εγώ, ερχόμενοι από Ρίγα πρέπει να πείτε στον οδηγό να σας αφήσει στο Maxima, supermarket στο κέντρο της πόλης, η άλλη εναλλακτική είναι να κατεβείτε στο σταθμό, δε λέω, ωραία είναι, αλλά είναι μια ώρα περπάτημα για το σπίτι, είναι εντελώς στην άλλη άκρη της πόλης – κι όποιος πει “ε σιγά, θα πάρουμε ταξί”, καλύτερα ας μείνει στη Ρίγα.).
Η Maija μου είπε, μέρες μετά, με διάθεση πειράγματος και όχι πειραγμένη “κάθε φορά που συναντιόμαστε, ένα μεγάλο χαμόγελο σκάει στο πρόσωπό σου.. αλλά εκείνο το βράδυ, με το που μας είδες Έλαμψες”. Τι να πω.. Ίσως να έχει δίκιο.. Σηκώθηκαν και οι 2 από τη βολή τους και ήρθαν στη “μέση του πουθενά” για να με δουν – οι πρώτοι μου επισκέπτες. Κάποια πράγματα είναι ανεκτίμητα. Κι αν η μεταμόρφωση της φάτσας μου σε φανάρι ήταν το αντίτιμο, νομίζω άξιζε τον κόπο.

Ατελείωτο, ασταμάτητο, έντονο μπούρου μπούρου στο σπίτι. Πήγε αργά κι εμείς εκεί, σαν να ήταν η τελευταία νύχτα του κόσμου, σαν να μην πρόκειται να ξανασυναντηθούμε ποτέ ξανά, έπρεπε να μοιραστούμε τα πάντα. Τι έγινε το χρόνο που δεν είχαμε ο ένας τον άλλον – τι κι αν τα μηνύματα κι η επαφή ποτέ δεν είχε σταματήσει- τους φόβους μας, τις προσδοκίες για το μέλλον, το παρόν, και ιστορίες από τα παλιά..
Valeria

Το άλλο πρωί ξυπνήσαμε (=με ξύπνησαν νωρίς). Ήθελαν – και καλά έκαναν, να δουν το Gulbene. Ο χρόνος μας εκεί ήταν περιορισμένος. Εξαιτίας μου (θα δείτε σε λίγο γιατί). Τους έκανα το tour της πόλης με όλα τα αξιοθέατα , τα κάστρα, τα πάρκα, τα αγάλματα των κύκνων, την πλατεία του ρολογιού, το στάδιο με τα μεγάφωνα που παίζουν μουσική όλη μέρα κάθε μέρα-σταματούν μόνο όταν παίζει η ομάδα, και, φυσικά, το μεγαλύτερο αξιοθέατο, το σιδηροδρομικό σταθμό (περισσότερα για το σταθμό σύντομα). Μπήκαμε στα βαγόνια, και μάλιστα στo lux, σώσαμε έναν τύπο από την αυτοκτονία – ή το κρύο, και μετά πίσω στο κέντρο νεότητας όπου – ώρα για δράση!- μας περίμενε ο Alvis, ένα παλικάρι από το Jaungulbene (jauns(διαβάζεται γιάουνς) =νέος, vec(διαβάζεται βετς)= παλιός, το δικό μου gulbene είναι το “Vecgulbene”, το vec παραλείπεται, τονίζεται μόνο όταν γίνεται σύγκριση με το νέο) για να μας πάει στον τόπο καταγωγής του όπου διοργανωνόταν η ημέρα νεότητας του Jaungulbene.

Το Jaungulbene, ένα μικρό χωριό, βρίσκεται 16 χιλιόμετρα από το Gulbene, αλλά πιο κοντά στον πολιτισμό, αν δεχτούμε την άποψη των κοριτσιών (εφόσον βρίσκεται 16χμ μακρυά από τη μέση του πουθενά, σημαίνει ότι η μέση του πουθενά είναι το κέντρο ενός κύκλου όπου οι βαθμίδες του “λιγότερο πουθενά” βρίσκονται σε ομόκεντρους κύκλους γύρω του και εγγύτερα σε σχέση με το χαρτογραφημένο “κάπου”, το οποίο “κάπου”, από τη στιγμή που είναι χαρτογραφημένο σημαίνει αυτόματα ότι βρίσκεται και πιο κοντά στον πολιτισμό – συγγνώμη για ό,τι προηγήθηκε, δεν κοιμήθηκα χτες, κόλλησα με μια (παλιά) σειρά, είδα 7 επεισόδια, μετά άρχισε να χιονίζει και χάζευα το χιόνι και το πρωί σηκώθηκα πολύ πρωί, είχαμε επισκέπτες γεωγράφους) και είναι χτισμένο γύρω από μια μεγάλη έκταση στην οποία, ανάμεσα σε υπαίθρια θέατρα, παρεκκλήσια και ταφικά μνημεία, ξεχωρίζει το “κάστρο”, το αρχοντικό της οικογένειας Von Woof ή Wolf ή κάπως έτσι τελοσπάντων, υπόσχομαι, στο επόμενο post που θα τους αναφέρω θα έχω μάθει πώς ακριβώς λέγονται, βαρόνων της περιοχής, τα δύο κάστρα στο Gulbene ήταν επίσης ιδιοκτησία τους. 

Jaungulbene


Η γιορτή ήταν καλά προσανατολισμένη στο βραδινό πάρτυ, άρχιζε κατά τις 10. Όταν φτάσαμε όμως ήταν 12 (μεσημέρι) κι έπρεπε να γεμίσει ο χρόνος. Αφού ακούσαμε το Rene και τη Vivian (δεν ξέρω πώς λέγονται, έτσι τους βαφτίσαμε ακούγοντάς τους..) 2 εκ των νικητών του ”Gulbene has talent”, (ναι υπήρξε και τέτοιο, διοργανώθηκε πριν έρθω, λογικά-ευτυχώς- χάνω και το επόμενο), και παίξαμε ένα δυο παιχνίδια που είχαν οργανώσει, παρακολουθήσαμε τον επίτιμο καλεσμένο να παίρνει το παιχνίδι πάνω του και να κρατάει με πολλές και διαφορετικές δραστηριότητες που είχαν αντικειμενικά μεγάλη επιτυχία, αφού το σκορπισμένο πλήθος μαζεύτηκε για να συμμετάσχει, κάναμε και λίγο τραμπολίνο, κανά σουτάκι στην μπασκέτα, περιήγηση στο κάστρο (που βρίσκεται σε άθλια-δυστυχώς- κατάσταση) και στο παρεκκλήσι (μετά το γεφυράκι πίσω από το κάστρο κάνουμε δεξιά, αριστερά είναι η πύλη του διαβόλου).
Το σκοτάδι έπεσε, το πάρτυ άρχισε, disco το έλεγαν, μόνο πριόνια έπαιζαν όμως, ήπιαμε, χορέψαμε, συμμετείχαμε..

Κάποια στιγμή όμως, έπρεπε να είμαι και συνεπής στις υποχρεώσεις μου. Εκείνο τον Αύγουστο, είχα ξεκινήσει να λέω στις κοπέλες τη Valeria, τη Maija και τη Hatice, μια κοπέλα από την Τουρκία, τώρα βρίσκεται στη Σουηδία, πολύ όμορφη, ξέρετε πώς είναι οι Τουρκάλες, ή του ύψους ή του βάθους, είχα ξεκινήσει λοιπόν να λέω.. Την πιο όμορφη ιστορία του κόσμου. Όπως το ακούτε. Τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο. Είχα μάλιστα ξεκινήσει να τη λέω ανάποδα, από το, κάθε άλλο παρά ευτυχισμένο, τέλος και πηγαίνοντας προς την αρχή. Τότε δεν είχα καταφέρει να ολοκληρώσω την ιστορία, η Valeria έλεγε αστειευόμενη ότι γι' αυτή την ιστορία και το φινάλε της (και μόνο) είχε έρθει στη Λετονία, σε ένα διάλειμμα του πάρτυ τους είπα το φινάλε (σύμφωνα με τη φορά της αφήγησης), δηλαδή την αρχή (εν αρχή ην ο ων).. Όχι, δε θα τη δείτε τη Μεγάλη Εβδομάδα, απέναντι από τον “Ιησού από τη Ναζαρέτ”.. Και το καλύτερο σε αυτή την ιστορία είναι ότι όταν είχα αρχίσει να τη λέω, επέλεξα να ξεκινήσω από το τέλος γιατί πίστευα ότι ήταν οριστικό. Έλα όμως που από τη στιγμή που πρωτοείπα το τέλος μέχρι τη στιγμή που την ολοκλήρωσα λέγοντας την αρχή, το τέλος είχε αποδειχτεί ότι δεν ήταν οριστικό και ότι “the game, mrs Hudson, is on”. Κι εφόσον το παιχνίδι παίζεται, έχουμε , με τη συγκεκριμένη παρέα, άλλον ένα λόγο κι αφορμή να ξανασυναντηθούμε ;-)

Το πάρτυ συνεχίστηκε παρά το κρύο και την εμφάνιση των σεκιουριτάδων που έπρεπε να προστατέψουν τον πανάκριβο εξοπλισμό, ώσπου κάποια στιγμή ο επίτιμος καλεσμένος κουράστηκε γιατί είχα ξυπνήσει νωρίς συν το γεγονός ότι είχαμε ταξίδι νωρίς την επομένη..

Ξύπνημα πρωί, στο λεωφορείο οι κοπέλες κοιμήθηκαν, εγώ έπιασα κουβέντα με δυο 19 χρονους που είχαν ξεκινήσει να πίνουν κατά τις 7 το πρωί και μέχρι την ώρα που φτάσαμε στη Ρίγα κατά τη 1(μεσημέρι) είχε πιει ο καθένας πάνω από 30 μπύρες, στη Ρίγα πήγαν για “να πιούμε, αυτό είναι το σαββατοκύριακό μας” , ενδιαφέρουσα εμπειρία, εφόσον οι υπόλοιποι νηφάλιοι Λετονοί δε μιλάνε για ό,τι άσχημο συμβαίνει στη χώρα, έπρεπε να τα μάθω από μικρό κι από τρελό- και μεθυσμένο.
Βόλτα στην πόλη, ντράπηκα λίγο, η Valeria τα ήξερε καλύτερα από μένα, επιτέλους όμως κι εγώ μπόρεσα να γνωρίσω τη Ρίγα, τις πλατείες και τα περισσότερα από τα αξιοθέατα της, σπίτι για λίγο, pizza από αλυσίδα, επιτέλους!είχα βαρεθεί την pizza pedro από το Μaxima και μετά, Riga by night.

Στη Ρίγα η έξοδος αρχίζει από το σπίτι. Μαζί με τις ετοιμασίες αρχίζει και η κατανάλωση αλκοόλ, όσο πιο πολύ, όσο πιο γρήγορα. Ό,τι μείνει μπαίνει σε μπουκαλάκια αναψυκτικών, εφόσον οι τιμές είναι (υπερβολικά) ψηλά σε μπαρ και σε κλαμπ. Αφού πήγαμε σε ένα σπίτι φίλων των κοριτσιών, όπου είδα τη μεγαλύτερη γάτα που έχω δει ποτέ, συνεχίσαμε σε κλαμπ, πρώην στέκι, το οποίο όμως δεν άρεσε και συνεχίσαμε στο επόμενο, στο οποίο όμως η μουσική ήταν άθλια οπότε καταλήξαμε πάλι στο γατόσπιτο. Όλη αυτή η γύρα μας πήρε τουλάχιστον κανά εξάωρο, προσπαθώ να βρω πού στο καλό φάγαμε τόσες ώρες και, ειλικρινά, δε βγάζω άκρη.

Το πρωί (Κυριακής) η Valeria έφευγε νωρίς. Μια τελευταία βόλτα στην πόλη, ένα δυσάρεστο γεγονός, μου έκλεψαν τη φωτογραφική μηχανή, στην υπόγεια διάβαση κοντά στο σταθμό λεωφορείων, είχα πολύ φουσκωμένο το σακίδιο και φαίνεται έγινε στόχος, κι ένα ευχάριστο γεγονός, όσο έμπειρη κι αν ήταν η κλέφτρα, δε θα πω το χαρακτηριστικό της, μη γεννηθούν υποψίες ότι συμπορεύομαι ιδεολογικά με το Σαρκοζί - αυτό μας έλειπε.. - ένιωσα ένα αεράκι και ασυνείδητα έψαξα το φερμουάρ, δεν ήταν στη θέση του, γύρισα, δεν είχε προλάβει να απομακρυνθεί, την κοίταξα, δε μίλησα, την έδωσε πίσω, είπα “thank u”, λεωφορείο, αεροδρόμιο, αναμονή και στα 2..

Τη Valeria τη φοβόμασταν. Γενικά είναι πολύ εκφραστική κοπέλα, μεσογειακή, και ιδιαίτερα ευσυγκίνητη. Είχαμε αρχίσει όμως από νωρίς να την “εκπαιδεύουμε” για τη στιγμή της αναχώρησης, την πλέον επίφοβη. Φαίνεται κάναμε καλή δουλειά, εφόσον, τουλάχιστον μπροστά μας, άντεξε. Βέβαια δεν ξέρω αν και πόσο είναι καλό αυτό, να καταπιέζουμε τα αισθήματα και τις εκφράσεις κάποιου άλλου. Αλλά προσωπικά είχα πραγματικά ανάγκη τη Valeria να ΜΗΝ κλάψει μπροστά μου. Την αγάπη της την είχα. Ότι πέρασε καλά εδώ το ήξερα. Κι αν κάτη ζητούσα από αυτή ηταν να μην κλάψει, εκείνη τη στιγμή ένιωθα ότι θα ήταν δάκρυ λύπησης για μένα που θα έμενα πίσω , σε περιβάλλον, που, κατά τη γνώμη της, στη διάρκεια πολλών συζητήσεων, δε μου ταίριαζε και πολύ..

Η Valeria επέστρεψε στο σπίτι της κοντά στη Μπολόνια, η Maija στο σπίτι της και στην Anna, κι εγώ έχασα το λεωφορείο κι επειδή έβρεχε και δεν είχα ομπρέλα, ξόδεψα τα τελευταία λεφτά του μηνιάτικου χωμένος σε μια πιτσαρία, απ' όπου , 3 ώρες μετά, πρέπει να βγήκα (τουλάχιστον) 3-4 κιλά βαρύτερος..

Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2010

Η Αναγνώριση

Το όνομά μου είναι Ανδρέας. Α-ν-δ-ρ-έ-α-ς. Κι αν τυχαίνει να έχω κάποια κοινά γράμματα στο όνομά μου με το όνομα Ορέστης είναι τελείως συμπτωματικό, κι αν η ελληνική είναι τόσο πλούσια γλώσσα σε λέξεις, ο πλούτος της οφείλεται στο ότι με λίγα γράμματα παράγει τόσες λέξεις.

Οι γλωσσολόγοι ή οι έχοντες γλωσσολογικές γνώσεις θα διαφωνήσουν μαζί μου αλλά θα συνεχίσω να εκφράζω τις σκέψεις μου, όπως μπορώ καλύτερα. Αυτό είναι το καθήκον μου από τη στιγμή που ξεκίνησα να γράφω αυτό το blog.

Καθήκον από καθήκον έχει φυσικά διαφορά. Ο Ορέστης του μύθου ας πούμε. Θεώρησε καθήκον του να εκδικηθεί για το θάνατο του πατέρα του. Αλλά για να γίνει αυτό χρειάστηκε να αποκτήσει έναν αδελφικό φίλο που θα τον ακολουθούσε παντού, τον Πυλάδη και τη βοήθεια των αδελφών του, της Ηλέκτρας στην “Ηλέκτρα” (του Σοφοκλή) και στις Χοηφόρες (του Αισχύλου) και της Ιφιγένειας στην “Ιφιγένεια εν Ταύροις” (του Ευριπίδη). Γενικά αυτή η οικογένεια ήταν οι αρχαίοι Δράκοι (της Λάμψης), μπορούσαν να γεμίσουν θέατρα με τα πεπραγμένα τους και τις συμφορές που τους έβρισκαν. Αλλά, αν επιστρέψουμε στον Ορέστη, το παλικάρι κατέχει κι ένα άλλο ρεκόρ. Είναι ο πρωταγωνιστής στις περισσότερες αναγνωρίσεις(στις ανωτέρω τραγωδίες). Αναγνώριση, τραγική αναγνώριση για όσους από εσάς έχετε φύγει εδώ και χρόνια από τα σχολικά θρανία ή έχετε καιρό να πατήσετε σε θέατρο για να δείτε αρχαία τραγωδία, είναι η μεταστροφή απο την άγνοια στη γνώση μέσω της αποκάλυψης της ταυτότητας και της συγγενικής (συνήθως) σχέσης που συνδέει 2 ή παραπάνω πρόσωπα (υπάρχει και η αυτοαναγνώριση, περίπτωση Οιδίποδα, αυτός είναι από άλλο σήριαλ, νομίζω από το “βέρα στο δεξί”) που συμβάλλει στην εξέλιξη της πλοκής.

Η άγνοια που οδηγεί στη γνώση. Και που δύναται να οδηγήσει και στην καταξίωση. Όταν ο Σολωμός πάτησε το πόδι του στη Ζάκυνθο, λέει ο θρύλος, αυτός, το νόθο παιδί του αριστοκράτη, δεν ήξερε λέξη ελληνικά. Κι ακόμα κι αν ήξερε δεν μπορούσε να εκφραστεί όπως θα ήθελε. Κι όμως, η γνώση της ελληνικής οδήγησε στην ανακήρυξη του Διονυσίου Σολωμού ως εθνικού ποιητή, κι όχι γιατί ένα ποίημά του επιλέχθηκε να γίνει ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας, αλλά γιατί η αξία του έργου του είναι τεράστια και τα θέματα που πραγματεύεται άκρως ελληνικά.

Οι επιτυχόντες φοιτητές στα τμήματα φιλολογίας του σήμερα κάποια στιγμή στη διάρκεια των σπουδών τους καλούνται να επιλέξουν μεταξύ γλωσσολογίας, αρχαιοελληνικών σπουδών και νεοελληνικών σπουδών (έτσι μου έχουν πει, έτσι λέω).
Σχεδόν 40 χρόνια πριν, υπήρχε η Φιλοσοφική, (μαζί με Ιατρική, Θεολογία και Νομική ήταν οι πρώτες σχολές του Ελληνικού Πανεπιστημίου). Στην Αθήνα το συγκρότημα του Ζωγράφου δεν είχε χτιστεί ακόμα και τα μαθήματα της Φιλοσοφικής γίνονταν στο κέντρο. Εκεί που σήμερα ανακατασκευάζεται η Νομική (να τη δω τελειωμένη κι ας αποφοιτήσω!) , τότε, 2 νέες κοπέλες ξεκινούσαν την ακαδημαϊκή τους ζωή.
Έγιναν φίλες, κολλητές, αγαπημένες, διαβάσματα, γλώσσες, ταξίδια, συναυλίες, όλα μαζί.
Αμοιβαία αγάπη και εκτίμηση.
Αποφοίτηση.
Η καθεμία ακολούθησε το δρόμο της. Η εκτίμηση παρέμεινε, οι επαφές άρχισαν να αραιώνουν.
Η μία διάλεξε να ασκήσει το επάγγελμα της φιλολόγου. Αν ήταν καλή ή όχι στη δουλειά της δεν ξέρω, να πω την αλήθεια δε με νοιάζει και πολύ, γιατί η συγκεκριμένη, πέραν των πολλών ιδιοτήτων της, είναι η μητέρα μου.
Η άλλη επέλεξε άλλους δρόμους. Δεν μπήκε ποτέ σε τάξη, ακολούθησε άλλο επάγγελμα.

Οι επαφές σταμάτησαν.

30 και κάτη χρόνια μετά, ο γιος της μίας (=that's me!) βρέθηκε στου διαόλου τη μάνα, ωπ, συγγνώμη, στο βορειοανατολικό άκρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήθελα να πω. Λίγες ημέρες πριν την αναχώρηση, η τρίτη φίλη εκείνης της παρέας, ανακάλυψε τυχαία ότι η δεύτερη φίλη βρίσκεται, επικεφαλής παραρτήματος ενός μεγάλου οργανισμού, στη Ρίγα.
Λίγες μέρες μετά την άφιξή μου άρχισα τις πρώτες απόπειρες επικοινωνίας. Γραμματείς, υπάλληλοι, δύσκολη η άμεση πρόσβαση. Με τα πολλά, κατάφερα να βρω κάποιον που μιλούσε αγγλικά, είπε ότι θα ενημέρωνε. Και πράγματι, λίγες μέρες μετά, το τηλέφωνό μου χτύπησε και..
Laima Clock
Η Anna με άφησε στο κέντρο, στο ρολόι της Laima, το σημείο συνάντησης των κατοίκων της Ρίγας (Laima είναι το όνομα της μεγαλύτερης σοκολατοβιομηχανίας της Λετονίας). Δεν ήμουν υποχρεωμένος να φανερώσω κάποιο σημάδι, ήμουν ο μόνος μελαχροινός σε ακτίνα χιλιομέτρου. Άσε που τα κινητά είχαν αντικαταστήσει την έμπνευση του τραγωδού..

Συναντηθήκαμε, χαιρετηθήκαμε, ψηλή, κομψή κυρία με την ομπρέλα της, αξεσουάρ κάθε γνώστη του λετονικού καιρού, ευγενέστατη, πήγαμε σε ένα μικρό μαγαζάκι με χειροποίητες σοκολάτες και υπέροχο ρόφημα σοκολάτας, απίστευτο, δεν ήθελα να τελειώσει, και το σερβίρουν σε φλυτζανάκι espresso ($%@#^$*)..
Της έδωσα το δώρο που κουβαλούσα από Ελλάδα, την τελευταία ποιητική συλλογή της Κικής Δημουλά ("Τα εύρετρα, εκδόσεις Ίκαρος, 2010) με ιδιόχειρη αφιέρωση της μητέρας μου, συγκινήθηκε, μου ζήτησε το νούμερο του σπιτιού, πήρε, μίλησαν, ήταν συγκινητικό..

Λεπτομέρειες δε νομίζω ότι έχει σημασία να πω. Δεν είναι εδώ η εκπομπή με τους αγνοούμενους και το δάκρυ κορόμηλο. Στο κάτω κάτω μια φιλία είναι πολύ προσωπική υπόθεση.

Μετά ήρθε η ώρα να πάω σπίτι, στο Gulbene. Όχι σπιτάκι, σπίτι..

ΥΓ1. Για την αποφυγή παρεξηγήσεων : Ο Ορέστης σε αυτό το κείμενο αναφέρθηκε ως ο maître των αναγνωρίσεων, όχι ως μητροκτόνος :-Ρ
ΥΓ2. Στη Ρίγα θα ξαναπάω. Το τραγούδι του Δεληβοριά της προηγούμενης ανάρτησης είναι διασκευή του “Ιnvitation to the Βlues” του Tom Waits που τελειώνει κάπως έτσι:
And I can eat here every night/  what the hell have I got to lose?
Got a crazy sensation, go or stay?/  now I gotta choose,
And I'll accept your invitation to the blues

Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2010

Τα γενέθλια

Είναι μια κοπέλα. Μέρος της ευρύτερης παρέας. Λίγο μεγαλύτερη από σένα. Ξέρεις ότι υπάρχει, ότι είναι κάπου εκεί, κάποιοι φίλοι σου την έχουν δει, εσύ όχι, ίσως λίγο, φευγαλέα μόνο, εσύ μέσα στο αυτοκίνητο, αυτή εκεί, με την πλάτη γυρισμένη, με μεγάλο βαθμό ματαιοδοξίας και “κοκετοσύνης” και ακόμα μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, που κάνει τα γόνατά σου να τρέμουν, είναι ό,τι έχασες και ό,τι θα μπορούσες να έχεις, και το απολαμβάνεις για λίγο, ρουφηξιά ζωής, δεν μπορείς να τζογάρεις, είσαι της λογικής και της ανάληψης της ευθύνης που σου αναλογεί, και θέλεις να την γνωρίσεις, πάντα και μόνο για λίγο, για όσο γίνεται, για όσο χρειαστεί, να πάρεις τα πάνω σου και να συνεχίσεις στο δρόμο που διάλεξες. Και να έχεις την απαίτηση, να τη βρίσκεις ξανά και ξανά όταν ξεμένεις από δυνάμεις. “Και θες να φύγεις μα είσαι λιώμα, και στο σπίτι σου είναι ακόμα αυτό το πέλαγος συντρίμμια της χαμένης σου ζωής” που λέει κι ο Φοίβος (Δεληβοριάς). Κι αυτή – τι περίεργο..- να είναι εκεί, (και) για σένα..

Και εννοείται ότι η χαρά σου δεν περιγράφεται, όταν μέσω κοινών γνωστών, προσκαλείσαι στα γενέθλιά της. Ε.. Γιατί να περιγραφεί η δική μου όταν το έσκασα από το Gulbene για να βρεθώ στον εορτασμό της επετείου της ιδρύσεως της Ρίγας, κοινώς τα γενέθλιά της.
Επίσημη ημερομηνία ιδρύσεως της πόλης είναι το 1201 (μ.Χ. προφανώς). Αισίως λοιπόν είναι μια κυρία ετών 809.

Αφού δηλώσω ότι δεν ξέρω αν πρέπει να δηλώσω περήφανος ή όχι που έχασα το πρωινό λεωφορείο και έπρεπε να περιμένω, κουρασμένος και με λίγο ύπνο, γύρω στις 4 ώρες, και να πρέπει να πάω και στο σταθμό, που είναι 40 λεπτά περπάτημα, βρέθηκα στη Ρίγα νωρίς το απόγευμα.
Ο καιρός καλός, ο κόσμος παντού, δε νομίζω ότι έχω ξαναδεί τόσο πολύ κόσμο στη Ρίγα, τι να πω, ίσως ήταν το δέος της πρώτης φοράς (το αεροδρόμιο και η βόλτα 3 λεπτών από το σταθμό των λεωφορείων στο σταθμό των τρένων για Jurmala δε μετράνε), αλλά δεν περιμένω να ξαναδώ τη Ρίγα τόσο γεμάτη.
Η Maija και η Anna με περίμεναν στο σταθμό, πρώτη βόλτα στη πόλη, πλακόστρωτοι δρόμοι και υπέροχα art nouveau κτίρια, ξύπνησε ο γιαπωνέζος μέσα μου, φωτογραφίες σε κάθε γωνία. “Αυτή είναι η παλιά πόλη;” , θυμήθηκα κάποια στιγμή να ρωτήσω, έβαλαν τα γέλια, “όχι, ακόμα δεν έχεις δει τίποτα..”. Άλλη μια μεγάλη πλατεία, με το μουσείο κατοχής (=κατοχών), to Melngalvju nams ήHouse of the Blackheads”, to σπίτι της guild (πώς μεταφράζεται το guild; συνεχνία;) των Μαυροκέφαλων, ανύπαντρων γερμανών εμπόρων του 14ου αιώνα (το κτίριο καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Ναζί και η αναστήλωσή του ολοκληρώθηκε το 1999) και το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, εξαιρετικά κακόγουστο με γιρλάντες και λουλουδάκια, και ναι, μιλάω ακόμα για ημέρες του Αυγούστου, αλλά οι Λετονοί θέλουν να πιστεύουν ότι αυτοί στόλισαν το πρώτο χριστουγεννιάτικο δέντρο, ακριβώς 500 χρόνια πριν, οπότε το γιορτάζουν δεόντως, με το να έχουν στολισμένο δέντρο από το Μάρτη..
Melngalvju nams, Μουσείο Κατοχής και Χριστουγεννιάτικο Δέντρο
Δίπλα, στις όχθες του Daugava, του μεγαλύτερου ποταμού της Λετονίας, που τον έχουν όπως είχαν οι αρχαίοι Αιγύπτιοι τον Νείλο – μιλάμε για λατρεία (δείτε αυτό: http://www.youtube.com/watch?v=-PDSSoqaCp0 , ύμνος για τον Daugava, “θεραπευτή των πόνων μας”, για τη γλώσσα, το χόμπι τους να τραγουδάνε σε χορωδίες , 2-3 δυνατά ξανθά και για το ΘΕΟ στο 4.35) το πλήθος είχε κατακλύσει από νωρίς γέφυρες και όχθες για να δει την επίδειξη με αεροπλάνα. Δεν είχα ξαναδεί ποτέ, ο πρώτος ήταν εντυπωσιακός (ή ίσως μου φάνηκε έτσι), έκανε κατακόρυφα και λέω “εδώ είμαστε, πρώτο θέμα σε όλο τον κόσμο”, ο δεύτερος ήταν ψιλοφλώρος και ο τρίτος πέρασε κάτω από τη γέφυρα http://www.youtube.com/watch?v=j1F6sfelQLA (μην ανησυχείτε για το φινάλε, όλοι επιζήσαμε..).
Στις όχθες του Daugava

Φύγαμε όλοι με χαμόγελο και ανανεώσαμε το ραντεβού με το χαρωπό πλήθος, με το οποίο περάσαμε σούπερ όλη τη χρονιά και αυτό ελπίζουμε να βγήκε στη σκηνή, για την επόμενη χρονιά.. Ήταν όλα υπέροχα! Ρίγα σε ευχαριστούμε για τη φιλοξενία – Χρόνια πολλά – να σε χαιρόμαστε!!!

Χμμμ.. Συγγνώμη, μου βγήκε λίγο η Heidi το κοριτσάκι των Άλπεων που κρύβω μέσα μου.. Λοιπόν.. Τα πράγματα δεν έγιναν ακριβώς έτσι. Όντως το χαμογελαστό πλήθος διαλύθηκε, αλλά το ραντεβού ανανεώθηκε για 4 ώρες αργότερα, στο ίδιο μέρος.
Βόλτα στην πόλη, δραστηριότητες και workshops σε παλιά εγκαταλελειμμένα κτίρια , καφέ που θα βρίσκαμε στο Γκάζι πριν γίνει το hot spot της πόλης, γκαλερί και εκθέσεις φωτογραφίας, γκράφιτι και κολλάζ(από ένα μάλιστα έκλεψα μια ιδέα που χρησιμοποίησα λίγες μέρες μετά) βόλτες στην Παλιά Πόλη, μνημείο παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, γρήγορο φαγητό, και πάλι πίσω στις όχθες του Daugava, κρύο, το πρώτο πουλοβεράκι της σαιζόν, πολύ λεπτό, πολύ νωρίς. Αφού ακούσαμε όλους τους συμμετέχοντες του τελευταίου λετονικού talent show τραγουδιού (η νικήτρια, μια κοκκινομάλλα φρικιό, είχε ωραία φωνή και καλή σκηνική παρουσία) και ακούσαμε τους λόγους των επισήμων πήραμε θέσεις για το κορυφαίο σημείο των εορτασμών:
Τα πυροτεχνήματα.
Υπάρχει μακρά παράδοση στη Λετονία, κάθε γιορτή να κλείνει με πυροτεχνήματα. Η μεγαλύτερη γιορτή της χώρας είναι η 18η Νοεμβρίου, ημέρα της ανακήρυξης της Ανεξαρτησίας της Λετονίας(1918). Και σε εκείνη τη γιορτή τα πυροτεχνήματα κάνουν την εμφανισή τους, πιο πολλά και εντυπωσιακά από κάθε άλλη μέρα. Αλλά το ποια εταιρεία θα είναι αυτή που θα αναλάβει τα πυροτεχνήματα της εθνικής εορτής κρίνεται 3 μήνες νωρίτερα, στα γενέθλια της Ρίγας. Αντί για κεράκια, πυροτεχνήματα..
Καθίσαμε αναπαυτικά στο γρασίδι, με τις μπύρες στο χέρι, από τις λίγες μέρες που η κατανάλωση αλκοόλ επιτρέπεται σε δημόσιο χώρο (εκτός δηλαδή κλειστού δημόσιου χώρου, bar, club κλπ.) και μπροστά στα μάτια μας εξελίχθηκε ο διαγωνισμός. Κάθε συμμετοχή ήταν καλύτερη από την προηγούμενη, ώσπου φτάσαμε στο νούμερο 4 το οποίο ήταν τόσο καλό που τα νούμερα 5 και 6 δεν κατάφεραν να το ξεπεράσουν. Το νούμερο 7 ήταν το τελευταίο και ήταν καλό, ψέματα δε θέλω να λέω. Όπως επίσης πρέπει να πω ότι απέναντι είχαμε ένα δεντράκι και τα χαμηλά μέρη τα χάναμε. Αλλά υποθέτω ότι τα σημαντικά στα πυροτεχνήματα είναι ό,τι συμβαίνει ψηλά, σωστά;
2 μέρες μετά μάθαμε το νικητή, όπως αναδείχθηκε από τις ψήφους των Λετονών (ακόμα κι όσοι ήταν σπίτια τους το έβλεπαν). Ήταν το νούμερο 7.. :-(
(Η ίδια εταιρεία ήταν νικήτρια και το 2009)
Βόλτα στην πόλη, ένα γρήγορο ποτό, και μετά με το τραμ στο σπίτι των κοριτσιών, σε ένα (καλό) προάστειο της πόλης. Το άλλο πρωί η Maija δούλευε πρωί, οπότε κάναμε βόλτες στο πάρκο με την Anna , τις πάπιες ταΐσαμε, τα αξιοθέατα είδαμε, στη Ρίγα ξαναπήγαμε, όσο έφεγγε ήπιαμε μια σανγκριά.. Ο Σαββόπουλος θα το έλεγε “μέρα όμορφη”, ο Πανούσης θα το έλεγε “ημέρα του πρεζάκια”.
Όσο κι αν κάθε φορά που ακούω τη διασκευή του Πανούση στη διασκευή του Σαββόπουλου (κι αν δεν ξέρετε γιατί μιλάω τόση ώρα απλά δείτε αυτό : http://www.youtube.com/watch?v=XWfNGXbTPQ0 ) πέφτω κάτω από την καρέκλα από τα γέλια, ήταν ναι.. “Μέρα όμορφη, κυριακάτικη απόδραση”. Ό,τι χρειαζόμουν..

Μετά δεν πήγα σπιτάκι όμως. Η Anna με άφησε στο κέντρο, στο ρολόι της Laima, το σημείο συνάντησης των κατοίκων της Ρίγας, ( Laima είναι το όνομα της μεγαλύτερης σοκολατοβιομηχανίας της Λετονίας) γιατί έπρεπε να συναντήσω..