Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2010

Η Αναγνώριση

Το όνομά μου είναι Ανδρέας. Α-ν-δ-ρ-έ-α-ς. Κι αν τυχαίνει να έχω κάποια κοινά γράμματα στο όνομά μου με το όνομα Ορέστης είναι τελείως συμπτωματικό, κι αν η ελληνική είναι τόσο πλούσια γλώσσα σε λέξεις, ο πλούτος της οφείλεται στο ότι με λίγα γράμματα παράγει τόσες λέξεις.

Οι γλωσσολόγοι ή οι έχοντες γλωσσολογικές γνώσεις θα διαφωνήσουν μαζί μου αλλά θα συνεχίσω να εκφράζω τις σκέψεις μου, όπως μπορώ καλύτερα. Αυτό είναι το καθήκον μου από τη στιγμή που ξεκίνησα να γράφω αυτό το blog.

Καθήκον από καθήκον έχει φυσικά διαφορά. Ο Ορέστης του μύθου ας πούμε. Θεώρησε καθήκον του να εκδικηθεί για το θάνατο του πατέρα του. Αλλά για να γίνει αυτό χρειάστηκε να αποκτήσει έναν αδελφικό φίλο που θα τον ακολουθούσε παντού, τον Πυλάδη και τη βοήθεια των αδελφών του, της Ηλέκτρας στην “Ηλέκτρα” (του Σοφοκλή) και στις Χοηφόρες (του Αισχύλου) και της Ιφιγένειας στην “Ιφιγένεια εν Ταύροις” (του Ευριπίδη). Γενικά αυτή η οικογένεια ήταν οι αρχαίοι Δράκοι (της Λάμψης), μπορούσαν να γεμίσουν θέατρα με τα πεπραγμένα τους και τις συμφορές που τους έβρισκαν. Αλλά, αν επιστρέψουμε στον Ορέστη, το παλικάρι κατέχει κι ένα άλλο ρεκόρ. Είναι ο πρωταγωνιστής στις περισσότερες αναγνωρίσεις(στις ανωτέρω τραγωδίες). Αναγνώριση, τραγική αναγνώριση για όσους από εσάς έχετε φύγει εδώ και χρόνια από τα σχολικά θρανία ή έχετε καιρό να πατήσετε σε θέατρο για να δείτε αρχαία τραγωδία, είναι η μεταστροφή απο την άγνοια στη γνώση μέσω της αποκάλυψης της ταυτότητας και της συγγενικής (συνήθως) σχέσης που συνδέει 2 ή παραπάνω πρόσωπα (υπάρχει και η αυτοαναγνώριση, περίπτωση Οιδίποδα, αυτός είναι από άλλο σήριαλ, νομίζω από το “βέρα στο δεξί”) που συμβάλλει στην εξέλιξη της πλοκής.

Η άγνοια που οδηγεί στη γνώση. Και που δύναται να οδηγήσει και στην καταξίωση. Όταν ο Σολωμός πάτησε το πόδι του στη Ζάκυνθο, λέει ο θρύλος, αυτός, το νόθο παιδί του αριστοκράτη, δεν ήξερε λέξη ελληνικά. Κι ακόμα κι αν ήξερε δεν μπορούσε να εκφραστεί όπως θα ήθελε. Κι όμως, η γνώση της ελληνικής οδήγησε στην ανακήρυξη του Διονυσίου Σολωμού ως εθνικού ποιητή, κι όχι γιατί ένα ποίημά του επιλέχθηκε να γίνει ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας, αλλά γιατί η αξία του έργου του είναι τεράστια και τα θέματα που πραγματεύεται άκρως ελληνικά.

Οι επιτυχόντες φοιτητές στα τμήματα φιλολογίας του σήμερα κάποια στιγμή στη διάρκεια των σπουδών τους καλούνται να επιλέξουν μεταξύ γλωσσολογίας, αρχαιοελληνικών σπουδών και νεοελληνικών σπουδών (έτσι μου έχουν πει, έτσι λέω).
Σχεδόν 40 χρόνια πριν, υπήρχε η Φιλοσοφική, (μαζί με Ιατρική, Θεολογία και Νομική ήταν οι πρώτες σχολές του Ελληνικού Πανεπιστημίου). Στην Αθήνα το συγκρότημα του Ζωγράφου δεν είχε χτιστεί ακόμα και τα μαθήματα της Φιλοσοφικής γίνονταν στο κέντρο. Εκεί που σήμερα ανακατασκευάζεται η Νομική (να τη δω τελειωμένη κι ας αποφοιτήσω!) , τότε, 2 νέες κοπέλες ξεκινούσαν την ακαδημαϊκή τους ζωή.
Έγιναν φίλες, κολλητές, αγαπημένες, διαβάσματα, γλώσσες, ταξίδια, συναυλίες, όλα μαζί.
Αμοιβαία αγάπη και εκτίμηση.
Αποφοίτηση.
Η καθεμία ακολούθησε το δρόμο της. Η εκτίμηση παρέμεινε, οι επαφές άρχισαν να αραιώνουν.
Η μία διάλεξε να ασκήσει το επάγγελμα της φιλολόγου. Αν ήταν καλή ή όχι στη δουλειά της δεν ξέρω, να πω την αλήθεια δε με νοιάζει και πολύ, γιατί η συγκεκριμένη, πέραν των πολλών ιδιοτήτων της, είναι η μητέρα μου.
Η άλλη επέλεξε άλλους δρόμους. Δεν μπήκε ποτέ σε τάξη, ακολούθησε άλλο επάγγελμα.

Οι επαφές σταμάτησαν.

30 και κάτη χρόνια μετά, ο γιος της μίας (=that's me!) βρέθηκε στου διαόλου τη μάνα, ωπ, συγγνώμη, στο βορειοανατολικό άκρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήθελα να πω. Λίγες ημέρες πριν την αναχώρηση, η τρίτη φίλη εκείνης της παρέας, ανακάλυψε τυχαία ότι η δεύτερη φίλη βρίσκεται, επικεφαλής παραρτήματος ενός μεγάλου οργανισμού, στη Ρίγα.
Λίγες μέρες μετά την άφιξή μου άρχισα τις πρώτες απόπειρες επικοινωνίας. Γραμματείς, υπάλληλοι, δύσκολη η άμεση πρόσβαση. Με τα πολλά, κατάφερα να βρω κάποιον που μιλούσε αγγλικά, είπε ότι θα ενημέρωνε. Και πράγματι, λίγες μέρες μετά, το τηλέφωνό μου χτύπησε και..
Laima Clock
Η Anna με άφησε στο κέντρο, στο ρολόι της Laima, το σημείο συνάντησης των κατοίκων της Ρίγας (Laima είναι το όνομα της μεγαλύτερης σοκολατοβιομηχανίας της Λετονίας). Δεν ήμουν υποχρεωμένος να φανερώσω κάποιο σημάδι, ήμουν ο μόνος μελαχροινός σε ακτίνα χιλιομέτρου. Άσε που τα κινητά είχαν αντικαταστήσει την έμπνευση του τραγωδού..

Συναντηθήκαμε, χαιρετηθήκαμε, ψηλή, κομψή κυρία με την ομπρέλα της, αξεσουάρ κάθε γνώστη του λετονικού καιρού, ευγενέστατη, πήγαμε σε ένα μικρό μαγαζάκι με χειροποίητες σοκολάτες και υπέροχο ρόφημα σοκολάτας, απίστευτο, δεν ήθελα να τελειώσει, και το σερβίρουν σε φλυτζανάκι espresso ($%@#^$*)..
Της έδωσα το δώρο που κουβαλούσα από Ελλάδα, την τελευταία ποιητική συλλογή της Κικής Δημουλά ("Τα εύρετρα, εκδόσεις Ίκαρος, 2010) με ιδιόχειρη αφιέρωση της μητέρας μου, συγκινήθηκε, μου ζήτησε το νούμερο του σπιτιού, πήρε, μίλησαν, ήταν συγκινητικό..

Λεπτομέρειες δε νομίζω ότι έχει σημασία να πω. Δεν είναι εδώ η εκπομπή με τους αγνοούμενους και το δάκρυ κορόμηλο. Στο κάτω κάτω μια φιλία είναι πολύ προσωπική υπόθεση.

Μετά ήρθε η ώρα να πάω σπίτι, στο Gulbene. Όχι σπιτάκι, σπίτι..

ΥΓ1. Για την αποφυγή παρεξηγήσεων : Ο Ορέστης σε αυτό το κείμενο αναφέρθηκε ως ο maître των αναγνωρίσεων, όχι ως μητροκτόνος :-Ρ
ΥΓ2. Στη Ρίγα θα ξαναπάω. Το τραγούδι του Δεληβοριά της προηγούμενης ανάρτησης είναι διασκευή του “Ιnvitation to the Βlues” του Tom Waits που τελειώνει κάπως έτσι:
And I can eat here every night/  what the hell have I got to lose?
Got a crazy sensation, go or stay?/  now I gotta choose,
And I'll accept your invitation to the blues

1 σχόλιο: